Τις κακές πρακτικές που ακολουθούνταν στη ΣΠΕ Αθηένου και οι οποίες οδήγησαν στην απώλεια της κερδοφορίας της, απεκάλυψε στην Ερευνητική Επιτροπή για την κατάρρευση του Συνεργατισμού, η Ελένη Γεωργίου, πρώην Εσωτερικός Ελεγκτής ΣΠΕ Αθηένου, η οποία τέθηκε σε διαθεσιμότητα τον Απρίλιο του 2013 με τη δικαιολογία της «απρεπούς συμπεριφοράς», λόγω των σοβαρών ευρημάτων που απεκάλυπταν οι έλεγχοι που διενεργούσε στο χαρτοφυλάκιο της ΣΠΕ.
Όπως ανέφερε στην Ερευνητική Επιτροπή, στη ΣΠΕ Αθηένου ήταν πρακτική οι περισσότερες χρηματοδοτήσεις να δίνονται υπό μορφή τρεχούμενου, αντί με δάνειο τακτής προθεσμίας, όπου στο δεύτερο ο δανειολήπτης αναγκάζεται να πληρώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα τη δόση που ορίζεται από τη σύμβαση, ενώ σε τρεχούμενους υπάρχει ένα όριο, χωρίς να χρειάζεται να πληρώνεις σε τακτά χρονικά διαστήματα.
«Θυμάμαι ότι ήταν ένα τεράστιο ποσοστό των χρηματοδοτήσεων μας υπό μορφή τρεχούμενου άρα με αυτό τον τρόπο δεν φαίνονταν καθυστερήσεις. Εάν υπήρχε υπέρβαση το καλύπταμε εγκρίνοντας τον ίδιο τρεχούμενο ξανά με πιο ψηλό όριο», είπε.
Ανέφερε ότι το 2013 είχε έρθει οδηγία από τον τότε Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, Κωνσταντίνο Λύρα, για έλεγχο του 70% του χαρτοφυλακίου της ΣΠΕ και η ίδια με αφορμή τον έλεγχο ζήτησε από την Επιτροπή να της δοθεί η άδεια για επανεκτίμηση όλων των ακινήτων που ήταν υποθηκευμένα στα δάνεια που θα ελέγχονταν, αφού η πρακτική που ακολουθείτο ήταν τα ακίνητα εντός Αθηένου να εκτιμώνται από την Επιτροπή και όχι από τρίτους.
Ηταν ευκαιρία, είπε, να ληφθούν εκτιμήσεις από τρίτους για να αναγνωριστεί το μέγεθος του προβλήματος, διότι είχε εντοπιστεί από πριν ότι τα ΜΕΔ έμπαιναν «κάτω από το χαλί υπό μορφή τρεχούμενου».
Από τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων, συνέχισε, τα οποία συνέκρινε με δάνεια που είχαν δοθεί, «φαινόταν καθαρά ότι δεν είχαμε κεφάλαια. Δηλαδή η κερδοφορία που δημιούργησε ο Συνεργατισμός της Αθηένου τα τελευταία 90 χρόνια είχε εξαφανιστεί και ήταν πλην. Όταν το υπέδειξα μού είπαν ότι κινδυνολογώ».
Η κα. Γεωργίου είπε ότι το πρόβλημα με τους τρεχούμενους ήταν εμφανές από πριν και ότι εγκρίνονταν δάνεια χρησιμοποιώντας μόνο τις εξασφαλίσεις και χωρίς να εξετάζεται η ικανότητα αποπληρωμής. Η ίδια, πρόσθεσε, είχε θέσει το ζήτημα ως λάθος πρακτική και ότι έπρεπε να εισάξουν στις αιτήσεις την ικανότητα αποπληρωμής.
«Υπήρχαν περιπτώσεις που αύξαναν το όριο του τρεχούμενου για να καλυφθούν υπερβάσεις που υπήρχαν χωρίς να έχει προβεί ο δανειολήπτης σε κατάθεση. Δηλαδή δεν τον πιέζαμε τίποτε. Υπάρχουν εκθέσεις στις οποίες αναφέρονται αυτά και ότι οι ψηλοί τρεχούμενοι δεν συνάδουν με την πιστωτική κίνηση των λογαριασμών».
Όπως ανέφερε, οι εκθέσεις της ήταν στη διάθεση τόσο της ελεγκτικής υπηρεσίας που έλεγχε τότε τον Συνεργατισμό στο τέλος του χρόνου, όσο και της Υπηρεσίας του Εφόρου. Γίνονταν έλεγχοι αλλά ποτέ δεν τέθηκε κάποιο χρονοδιάγραμμα ή διορθωτικά μέτρα που έπρεπε να ληφθούν, σημείωσε.
Ερωτηθείσα αν υπήρχαν άτομα στην Επιτροπεία που ασκούσαν κριτική στον τότε Γραμματέα της ΣΠΕ Αθηαίνου, Βάσο Παπαϊώαννου, είπε ότι η Επιτροπεία λειτουργούσε περισσότερο ως ομάδα, με την εξαίρεση ενός ατόμου το οποίο εξέφραζε κατά καιρούς ανησυχίες. «Θεωρώ ότι δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν τα προβλήματα και το μέγεθος των προβλημάτων. Δηλαδή έπρεπε να φτάσουμε στην καταστροφή για να αντιληφθούν κάποια πράγματα» ανέφερε η μάρτυρας.
Η απόφαση, όπως ανέφερε για να τεθεί σε διαθεσιμότητα, λήφθηκε στην πρώτη συνεδρία της Επιτροπείας αμέσως μετά το άνοιγμα των τραπεζών τον Απρίλιο του 2013, κατά την οποία κατέθεσε εκ νέου έκθεσή της που περιλάμβανε τα σοβαρά ευρήματα του ελέγχου του χαρτοφυλακίου στον οποίο προέβη. Παραιτήθηκε στις 30 Ιουνίου του ίδιου έτους, αφότου οι δύο πλευρές κατέληξαν σε συμβιβασμό. Η ίδια ενημέρωσε τον Έφορο, Κωνσταντίνο Λύρα και τον τότε γενικό διευθυντή της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας, Ερωτόκριτο Χλωρακιώτη, όταν τέθηκε σε διαθεσιμότητα, οι οποίοι δεν έπραξαν κάτι.
Η κα. Γεωργίου αναφέρθηκε ενώπιον της Επιτροπής και σε υπόθεση που αφορούσε παράνομες προμήθειες από εμπορικούς συνεργάτες της ΣΠΕ Αθηένου, την οποία η ίδια κατήγγειλε στον Έφορο στις 5 Μαρτίου 2009. Κι ενώ, είπε, ο Έφορος την ενημέρωσε ότι θα αναλάμβανε ο ίδιος τη διερεύνηση της υπόθεσης, εντούτοις δεν προέβη σε οποιαδήποτε κίνηση, και όταν η ίδια παρέδωσε επιστολή στις 11 Μαρτίου για τα γεγονότα της υπόθεσης σε κάθε μέλος της Επιτροπής αλλά και στον κ. Λύρα, ο τελευταίος της τηλεφώνησε για να την ενημερώσει ότι τον άφηνε εκτεθειμένο και ότι θα έστελνε επιστολή με ημερομηνία προγενέστερη της 11ης Μαρτίου για έναρξη ελέγχου επί της υπόθεσης, όπως και έπραξε. Οι παράνομες προμήθειες σύμφωνα με την κ. Γεωργίου, αφορούσαν ποσό €170,000 τα οποία επεστράφησαν στη ΣΠΕ.
Μετά το 2010, είπε, όταν ανέλαβε νέος Γραμματέας στη ΣΠΕ, οι πρακτικές παρέμειναν οι ίδιες. «Ενσωματώθηκαν στην κουλτούρα των επιτρόπων. Τα θεωρούσαν φυσιολογικά. Αν κάποιος τους έλεγε το αντίθετο τον θεωρούσαν παράλογο. Θεωρούσαν φυσιολογικό να μη λαμβάνεται υπόψη η ικανότητα αποπληρωμής. Θεωρούσαν φυσιολογικό να κάνουν οι ίδιοι τις εκτιμήσεις. Το θεωρούσαν φυσιολογικό να έχουν τρεχούμενο 1 εκατ ευρώ και καταθέσεις μέσα σε όλο το χρόνο να είναι €100,000. Υπήρχαν πολύ ψηλοί τρεχούμενοι για τα δεδομένα της Αθηένου» είπε.
Εγκρίνονταν, όπως ανέφερε, δάνεια όπου η αναλογία του συνολικού δανεισμού προς το ενεργητικό μιας εταιρείας ήταν 90%, δηλαδή το 90% χρηματοδοτείτο από δάνειο και μόνο 10% από ίδια κεφάλαια.
«Δεν ήταν η κρίση του 2013 που μας έφερε εδώ, ήταν οι πρακτικές που ακολουθούνταν τόσα χρόνια», σημείωσε.
Είπε ακόμα ότι εντόπιζε ατασθαλίες που αφορούσαν τις ζωοτροφές και χρέη αξιωματούχων.
Στη βάση κάποιων εκθέσεών της, ανέφερε, έγιναν καταγγελίες αργότερα στην Αστυνομία από τον Γραμματέα της ΣΠΕ Αλληλεγγύης με την οποία είχε συνενωθεί η ΣΠΕ Αθηένου μετά τα γεγονότα του 2013.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις