Η Κύπρος, παρά το μικρό της μέγεθος, είναι ένα νησί προικισμένο με εκπληκτική φυσική ομορφιά. Η πλούσια βιοποικιλότητα της οφείλεται στη σημαντική γεωγραφική της θέση (στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων), στη γεωλογική της εξέλιξη, στο έντονο μεσογειακό της κλίμα, στο νησιωτικό χαρακτήρα της και στη μακραίωνη απομόνωση της από τις γειτονικές χερσαίες περιοχές.
Χαρακτηρίζεται, επίσης από πλούσια χλωρίδα και πανίδα και ένα μεγάλο αριθμό ενδημικών ειδών, δηλαδή φυτών και ζώων που συναντούμε μόνο στην Κύπρο και πουθενά αλλού.
Σήμερα, η πανίδα της Κύπρου περιλαμβάνει περίπου 32 είδη θηλαστικών, 26 είδη αμφιβίων
και ερπετών, πάνω από 400 είδη πτηνών και ένα τεράστιο αριθμό εντόμων και άλλων ασπόνδυλων.
Θηλαστικά
Το Αγρινό (Ovis gmelini ophion) είναι το πιο μεγάλο ζώο της κυπριακής πανίδας. Είναι είδος αγριοπρόβατου και βρίσκεται μόνο στην Κύπρο. Τα αγρινά είναι ευέλικτα και κινούνται πολύ γρήγορα ακόμα και στις απόκρημνες περιοχές του δάσους Πάφου όπου ζουν. Τα αγρινά γεννούν τον Απρίλιο-Μάιο, συνήθως ένα με δύο μικρά. Με βάση πληροφορίες που υπάρχουν, φαίνεται ότι στο παρελθόν υπήρχαν αγρινά σε αφθονία στην Κύπρο, αλλά λόγω του εντατικού κυνηγίου, ο πληθυσμός τους στο Δάσος Πάφου μειώθηκε σε 15 μόνο ζώα κατά τη δεκαετία του 1930. Για να αντιμετωπιστή αυτή ο μεγάλος κίνδυνοςτου αφανισμού του είδους, ολόκληρο το Κρατικό Δάσος Πάφου κηρύχθηκε τότε ως απαγορευμένη περιοχή κυνηγίου.
Η Αλεπού (Vulpes vulpes indutus), είναι ενδημικό υποείδος και φιλοξενείται σε ολόκληρη την επικράτεια του νησιού. Γεννά 3 – 6 μικρά, αλλά περισσότερο από το 50% των μικρών πεθαίνει πριν την ενηλικίωση, λόγω έλλειψης τροφής αλλά και των διαφόρων κινδύνων που τα απειλούν. Τα βασικά είδη τροφής της Αλεπούς στην Κύπρο είναι κυρίως τα μικρά τρωκτικά, αλλά και έντομα, πτηνά, φρούτα, βολβοί φυτών, αυγά, σκουλήκια, καθώς και πτώματα μεγάλων θηλαστικών.
Ο Λαγός (Lepus europaeus cuyprius) και ο Σκαντζόχοιρος (Hemiechinus auritus dorotheae) είναι άλλα δύο ενδημικά υπο-είδη της κυπριακής πανίδας. Ενώ ο λαγός βρίσκεται σε ολόκληρη την Κύπρο σε ικανοποιητικούς αριθμούς, ο σκαντζόχοιρος που είναι κοινός σε χαμηλά υψόμετρα, χάνεται σε μεγάλους αριθμούς στους δρόμους από τα αυτοκίνητα.
Οι Νυχτερίδες, τα μοναδικά θηλαστικά που έχουν την ιδιότητα να πετούν, είναι προστατευμένες από την Εθνική Νομοθεσία αλλά και από Ευρωπαϊκές και Διεθνής Οδηγίες και Συμβάσεις. Στην Κύπρο την τελευταία δεκαετία έχουν εντοπιστεί 19 είδη νυχτερίδων. Τα 18 είδη νυχτερίδων τρέφονται με έντομα. Η μείωση του πληθυσμού των εντομοφάγων νυχτερίδων έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των κουνουπιών και άλλων επιβλαβών εντόμων, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να καταφεύγει στη χρήση χημικών εντομοκτόνων, με αρνητικές συνέπειες για το περιβάλλον. Η αιγυπτιακή φρουτονυχτερίδα ή νυχτοπάππαρος στην καθομιλουμένη, (Rousettus aegyptiacus) είναι το μεγαλύτερο σε μέγεθος είδος νυχτερίδας που απαντάται στον τόπο μας. Η Κύπρος αποτελεί τη μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που φιλοξενεί πληθυσμούς του. Η κατανάλωση ώριμων φρούτων από τις φρουτονυχτερίδες, τα οποία τις περισσότερες φορές δεν είναι κατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο, συμβάλει στη μείωση της εξάπλωσης επικίνδυνων εντόμων για τη γεωργία. Επίσης, οι νυχτερίδες, οι οποίες είναι τόσο παρεξηγημένα ζώα από τον άνθρωπο, συμβάλουν στη γονιμοποίηση των φυτών με τη μεταφορά γύρης.
Οι νυχτερίδες, τα πλείστα είδη των οποίων συγκαταλέγονται στα πιο απειλούμενα θηλαστικά, κινδυνεύουν κυρίως από ανθρωπογενείς διαταράξεις, όπως την καταστροφή των χώρων αναπαραγωγής και τροφοληψίας τους και από την αλόγιστη χρήση αγροχημικών παρασκευασμάτων.
Πουλιά
Η Κύπρος χρησιμοποιείται από εκατομμύρια πουλιά ως ενδιάμεσος σταθμός κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής τους από την Ευρώπη στην Αφρική και αντίστροφα. Το γεγονός αυτό οφείλεται βασικά στην ύπαρξη των αλυκών Λάρνακας, Ακρωτηρίου και άλλων αλυκών, που αποτελούν υδροβιότοπους μοναδικής σημασίας, τόσο για τον τόπο μας, όσο και για τον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο. Τα πουλιά που έχουν μέχρι σήμερα καταγραφεί στον κυπριακό χώρο, είναι πέραν των 400 ειδών, εκ των οποίων, τα 53 είναι μόνιμοι κάτοικοι και τα υπόλοιπα αποδημητικά. Τα είδη: Τρυποράσιης (Sylvia melanothorax) και Σκαλιφούρτα (Oenante cypriaca) θεωρούνται ενδημικά, ενώ τα είδη: Δενδροβάτης (Certhia brachydactyla dorotheae), Κίσσα (Garrulus glandarius glaszneri), Θουπί (Otus scops cyprius) και Πέμπετσος (Parus ater Cypriotes), θεωρούνται ενδημικά υποείδη. Από τα διάφορα είδη άγριων πτηνών της Κύπρου, τα αρπακτικά είναι σίγουρα τα πιο εντυπωσιακά, όπως είναι το Φαλκόνι της ελεονώρας (Falco eleonorae) και είδη γερακιών. Τα αρπακτικά βρίσκονται στην κορυφή της οικολογικής πυραμίδας και αποτελούν οικολογικούς δείκτες, δηλαδή η συνέχιση της παρουσίας τους σε μια περιοχή, αποτελεί ένδειξη υγιούς περιβάλλοντος. Είναι πολύ σημαντικά για τη γεωργία , αφού ελέγχουν τους πληθυσμούς των εντόμων και των τρωκτικών που είναι βλαβερά για τις φυτείες. Επίσης, τα πτωματοφάγα αρπακτικά, όπως οι γύπες (Gyps fulvus), είναι οι «καθαριστές» της υπαίθρου από πτώματα ζώων.
Ερπετά και Αμφίβια
Παρά το γεγονός ότι η Κύπρος είναι νησί και λογικά δεν θα αναμενόταν να είχε μεγάλο αριθμό ερπετών, εντούτοις, στο νησί έχουν καταγραφεί 22 είδη ερπετών (8 είδη φιδιών, 11 είδη σαυρών και 3 είδη χελωνών), ενώ κάποια από αυτά έχουν εξελιχθεί σε νέα ενδημικά είδη και υποείδη.
Από τα οχτώ είδη φιδιών τα οποία αναγνωρίστηκαν μέχρι σήμερα, το κυπριακό νερόφιδο (Natrix natrix cypriaca) έχει εξελιχθεί σε ενδημικό υποείδος, ενώ το κυπριακό φίδι (Hierophis cypriensis) είναι ενδημικό είδος (Φωτογραφία).
Το Κυπριακό φίδι (Heirophis cyprensis) είναι ενδημικό και η κύρια περιοχή εξάπλωσής του είναι η οροσειρά του Τρόδους. Είναι εντελώς ακίνδυνο και μη δηλητηριώδες. Είναι πολύ σπάνιο, κινδυνεύει με εξαφάνιση και προστατεύεται από την Εθνική Νομοθεσία καθώς επίσης και την σχετική Οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το Κυπριακό νερόφιδο (Natrix natrix cypriaca) ζει κοντά ή μέσα στο νερό υδατοφρακτών και άλλων υγροβιότοπων. Είναι εντελώς ακίνδυνο και κινδυνεύει με εξαφάνιση. Ο βασικός του εχθρός είναι ο άνθρωπος ο οποίος το σκοτώνει από άγνεια. Από τα 8 φίδια που συναντάμε στην Κύπρο, τα τρία είναι δηλητηριώδη αλλά μόνο το ένα είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο, η φίνα ή έχιδνα (Vipera lebetina lebetina). Τα άλλα δύο φίδια τα οποία είναι δηλητηριώδη αλλά ακίνδυνα για τον άνθρωπο, είναι ο Ξυλόδροπης ή Αγιόφιδο (Telescopus fallax) και ο Σαπίτης ή Σαϊττα (Malpolon monspessulanus). Τα υπόλοιπα 3 είδη φιδιών που απαντώνται στο νησί μας είναι: το Μαύρο φίδι ή θερκό (Dolichophis jugularis), πολύ γνωστό και αγαπητό στον κόσμο και πολύ χρήσιμο ιδίως στους γεωργούς αφού συμβάλει στην εξάλειψη του ποντικού και της νυφίτσας. Ο Δρόπης ή Πατσάλα (Coluber nummifer), συναντάται σε όλες τις περιοχές της Κύπρου και είναι ακίνδυνο για τον άνθρωπο. Ο Ανήλιος (Typhlops vermicularis), μοιάζει με σκουλήκι, ζει κάτω από τις πέτρες, ενώ το καλοκαίρι διεισδύει πιο βαθιά στο έδαφος.
Από τα 11 είδη σαυρών που απαντούν στο νησί, τα 4 είναι ενδημικά υποείδη, ενώ η πιο μεγάλη και σπάνια σαύρα είναι η Βυζάστρα (Eumeces schneideri), με μήκος που φτάνει μέχρι τα 40 εκ.
Στην κατηγορία των ερπετών, συγκαταλέγονται τα δύο είδη θαλάσσιας χελώνας, η πράσινη χελώνα (Chelonia mydas) και η κοινή χελώνα (Caretta caretta), που είναι πολύ σπάνιες σε όλο τον κόσμο και γεννούν και αναπαράγονται στις παραλίες του νησιού. Επίσης, σπάνια και απειλούμενη με εξαφάνιση λόγω αποξήρανσης και μπαζώματος ποταμών είναι η Χελώνα του γλυκού νερού (Mauremis rivulata), η οποία εντοπίζεται σε ποταμούς με πλούσια παραποτάμια βλάστηση στη Λευκωσία και την Πόλη Χρυσοχούς.
Στα είδη αμφιβίων συγκαταλέγονται 3 είδη βατράχων: ο Δενδρόβιος (Hyla savignyi), o Βαλτόβιος (Rana bedriagae) και o Ιριδίζων (Bufo viridis).
Η χλωρίδα και η πανίδα της Κύπρου και ιδιαίτερα τα ενδημικά είδη, αποτελούν μια εξαιρετικής σημασίας βιολογική και αισθητική φυσική κληρονομιά, την οποία οφείλουμε να διαφυλάξουμε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις