Την απόφαση σταθμό από το Ανώτατο Δικαστήριο για τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, σχολίασε ο δικηγόρος, Αντώνης Δημητρίου.
Μιλώντας στην εκπομπή «Μεσημέρι και κάτι», αναφέρθηκε στις τροποποιήσεις που πρέπει να γίνουν στη νομοθεσία, λέγοντας ότι «κανείς δεν επιθυμεί να εμποδίσει την Αστυνομία από το να διαλευκάνει την υπόθεση. Η προστασία των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων δεν είναι απόλυτη. Αυτό που πρέπει να γίνει από την Κυπριακή Δημοκρατία είναι ότι δεν θα πρέπει να γίνεται γενική και χωρίς διάκριση διατήρηση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων. Αυτό που πρέπει να γίνεται είναι η στοχευμένη χρήση τους. Είχαμε περιστατικά που κρατούσαν φωτογραφίες και προσωπικά βίντεο ατόμων ή και μηνύματα. Τα κρατάνε δεκάδες άτομα. Στο τέλος αν δεν κατηγορηθεί κάποιος τι θα γίνουν αυτά; Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου δεν έχουν βγει από το πουθενά».
«Αυτό που πρέπει να γίνει είναι θα πρέπει να τροποποιηθούν οι νόμοι όπου θα προσδιορίζεται ο χρόνος αποθήκευσης των δεδομένων ή καταγραφής της συνομιλίας για τον χρόνο που προέκυψαν υποψίες για ένα πρόσωπο. Το Ανώτατο και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λένε ξεκάθαρα ότι η προστασία των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων δεν είναι απόλυτη. Είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να γίνεται στοχευμένα και με μέτρο. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί δεν γίνεται τροποποίηση τώρα για δύο παραγράφους που μπορούν να προστεθούν», κατέληξε.
Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου είχε αποφασίσει ότι ο νόμος περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με σκοπό τη διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων του 2007 είναι αντισυνταγματικός, ωστόσο ανακριτές υποθέσεων με παραθυράκι στον νόμο περί Προστασίας του Απόρρητου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας του 1996 κατάφερναν μετά από αίτηση τους να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε τηλεφωνική συσκευή κατηγορούμενου για την υπόθεση εντοπισμού μεγάλης ποσότητας κάνναβης περίπου 83,6 σε εμπορευματοκιβώτιο στον Ύψωνα.
H υπεράσπιση προσέφυγε στο Ανώτατο για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari, «επιδιώκοντας ακύρωση του διατάγματος πρόσβασης και/ή αποκάλυψης στα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα και/ή ιδιωτική επικοινωνία που εκδόθηκε από το Δικαστήριο Λεμεσού, με το οποίο επιτράπηκε η πρόσβαση και/ή αποκάλυψη αυτών», με τον Γενικό Εισαγγελέα να αμφισβητεί τη βασιμότητα του αιτήματος.
Στην ένσταση που καταχωρήθηκε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, προβάλλονται πέντε λόγοι για τους οποίους θεωρεί πως η κρινόμενη αίτηση καθίσταται απορριπτέα, εκφράζοντας την θέση πως η αίτηση, δυνάμει της οποίας εκδόθηκε το σχετικό διάταγμα, έρεισμα έχει τον περί Προστασίας του Απορρήτου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας Νόμου, Ν. 92(Ι)/1996 και ουδεμία σχέση έχει με το Νόμο 183(Ι)/2007.
Συναφής ήταν και η επιχειρηματολογία από τον δικηγόρο που εκπροσώπησε την Νομική Υπηρεσία, θέση του οποίου ήταν πως στην κρινόμενη περίπτωση, αντικείμενο του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού αποτέλεσε συγκεκριμένη συσκευή για συγκεκριμένο ύποπτο, με σαφή περιγραφή τόσο των αδικημάτων για τα οποία το διάταγμα εκδόθηκε όσο και των στοιχείων του ιδίου του υπόπτου. Αναφερόμενος στο Νόμο 183(Ι)/2007, υποστήριξε μεταξύ άλλων, πως σε αντίθεση με εκείνον, ο Νόμος 92(Ι)96 δίδει πρόσβαση στα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα συγκεκριμένης επικοινωνίας και κατά τρόπο στοχευμένο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βρήκαν κρυμμένο 25χρονο σε υποστατικό που μπήκε για να το κλέψει - Τον πρόδωσε ο συναγερμός
• Αντίστροφη μέτρηση για το e-kalathi: Πότε θα λειτουργήσει σε δοκιμαστική μορφή
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις