Η υπόθεση έφτασε στη δικαιοσύνη το 2019, 13 χρόνια μετά τα καταγγελλόμενα περιστατικά, όταν η παθούσα, η οποία έχει μεγάλες διακρίσεις στο άθλημά της και πλέον είναι αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., αποφάσισε να προχωρήσει σε καταγγελία.
«Όλα αυτά τα χρόνια ένιωθα ένας βάρος μέσα μου, δεν μπορούσα να το ξεπεράσω» ανέφερε η γυναίκα στο Δικαστήριο, περιγράφοντας όσα βίωνε στην ηλικία των 12 ετών από τον κατηγορούμενο. Όπως κατέθεσε, εκείνη την περίοδο βρήκε τη δύναμη να μιλήσει στους γονείς της και εκείνοι με τη σειρά τους κατήγγειλαν τον προπονητή στην Ομοσπονδία. Όπως έγινε γνωστό, κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο 68χρονος κλήθηκε, τότε, να δώσει εξηγήσεις στην Ομοσπονδία και συστάθηκε κλειστή επιτροπή που τον “τιμώρησε” με παύση από τα καθήκοντά του ως... διαιτητή.
Η μητέρα της παθούσας κατέθεσε πως η κόρη της είχε αλλάξει συμπεριφορά, έκλαιγε πριν από τους αγώνες και δεν ήθελε να πηγαίνει στις προπονήσεις. «Κατέστρεψε την ψυχή της, την τσαλαπάτησε», ανέφερε χαρακτηριστικά. Ο πατέρας του θύματος κατέθεσε με τη σειρά του ότι μετά την αποκάλυψη της κόρης του είχε ζητήσει τον λόγο από τον κατηγορούμενο και εκείνος αρνήθηκε τα πάντα, ενώ όταν άλλαξαν προπονητή εκείνος προσπάθησε να τον μεταπείσει για να συνεχίσει το παιδί μαζί του τις προπονήσεις.
«Δεν μπορεί να λέει ψέματα η κόρη μου, αποκλείεται. Όσα βίωσε τα έγραψε και σε ένα γράμμα», είπε χαρακτηριστικά ο πατέρας της.
Στην απολογία του, ο 68χρονος αρνήθηκε την καταγγελία και έκανε λόγο για σκευωρία που στήθηκε εις βάρος του προκειμένου η παθούσα να αλλάξει προπονητή. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο χωρίς να του αναγνωρίσει ελαφρυντικά. Πρωτόδικα είχε καταδικαστεί σε έξι χρόνια κάθειρξης από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Γιαννιτσών, αλλά είχε αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Μετά την απόφαση του Εφετείου, οδηγείται στη φυλακή για να εκτίσει την ποινή του.
ΠΗΓΗ: Πρώτο Θέμα