Η έκθεση, που αφορά τον διαγωνισμό Δ.Ο. 29/2021 – τη δεύτερη αποτυχημένη προσπάθεια μετά το 2018 – αποκαλύπτει ένα μωσαϊκό ασάφειας, ανεπαρκούς αξιολόγησης, προβληματικής υλοποίησης και απουσίας ουσιαστικής εποπτείας.
Ασαφή έγγραφα και κρίσιμες ελλείψεις από την αρχή
Σύμφωνα με την έκθεση, ο σχεδιασμός του έργου παρουσίαζε ασάφειες από τα αρχικά στάδια. Τα έγγραφα του διαγωνισμού δεν περιείχαν συγκεκριμένα χρονικά ορόσημα, γεγονός που δυσχέρανε την εποπτεία της υλοποίησης και την επιβολή ρητρών για καθυστερήσεις. Παράλληλα, η συντήρηση και τεχνική υποστήριξη των συστημάτων δεν είχαν ενσωματωθεί στην οικονομική προσφορά, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μελλοντικών υπερκοστολογήσεων. Επιπλέον, η απαίτηση προηγούμενης εμπειρίας αποκλειστικά σε αερολιμένες της ΕΕ ή του Ηνωμένου Βασιλείου περιόριζε τον ανταγωνισμό, αποκλείοντας κατασκευαστές από τεχνολογικά προηγμένες χώρες όπως οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και ο Καναδάς.
Ανεπαρκής αξιολόγηση
Κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, η τεχνική ικανότητα του Αναδόχου δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς, καθώς κρίσιμες πληροφορίες δεν επιβεβαιώθηκαν ούτε εξετάστηκαν σε βάθος. Η Ελεγκτική Υπηρεσία επισημαίνει ότι τα τεχνικά φυλλάδια που υπέβαλε ο Ανάδοχος εμφάνιζαν αντιφάσεις σε σχέση με τα αντίστοιχα που δημοσίευε ο ίδιος ο κατασκευαστής. Επιπρόσθετα, καταγγελίες άλλων προσφοροδοτών για ανεπαρκή τεχνική βάση του Αναδόχου δεν διερευνήθηκαν σε βάθος, παρότι αφορούσαν έργο εθνικής ασφάλειας. Η έκθεση υπενθυμίζει επίσης ότι ο κύριος προμηθευτής του συστήματος ανίχνευσης διέθετε μόλις δύο έως τέσσερις εργοδοτούμενους, ενώ αργότερα εισήλθε σε διαδικασία πτώχευσης.
Τρία χρόνια χωρίς πρόοδο
Η υλοποίηση του έργου κινήθηκε σε αντίστοιχα προβληματικό πλαίσιο. Παρότι η σύμβαση προνοούσε τρεις φάσεις ολοκλήρωσης σε διάστημα τριών ετών, το έργο παρέμενε στάσιμο. Διαδοχικές παρατάσεις παραχωρήθηκαν χωρίς ουσιαστική πρόοδο, ενώ για σχεδόν τρία χρόνια η Αστυνομία δεν είχε σαφή εικόνα της πορείας του έργου. Οι πρώτες ουσιαστικές δοκιμές πραγματοποιήθηκαν στο τελικό στάδιο και αποκάλυψαν θεμελιώδεις αδυναμίες: το σύστημα ανίχνευσης αδυνατούσε να εντοπίσει drone ακόμη και σε ύψος 20 μέτρων. Μετά και τις επαναληπτικές αποτυχημένες δοκιμές, η σύμβαση τερματίστηκε τον Απρίλιο του 2025, με την Αστυνομία να προχωρεί στην κατάσχεση εγγυητικών ύψους περίπου 580 χιλιάδων ευρώ. Εκτός της προκαταβολής, δεν καταβλήθηκαν άλλα ποσά στον Ανάδοχο.
Εθνική ασφάλεια στον… αυτόματο πιλότο
Παρά την αποτυχία και αυτού του έργου, η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει με έντονη ανησυχία ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παραμένει, έπειτα από επτά χρόνια και δύο ανεπιτυχείς προσπάθειες, χωρίς συστήματα προστασίας κρίσιμων υποδομών από μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Η κατάσταση αυτή χαρακτηρίζεται από την Υπηρεσία ως «απαράδεκτη», ιδίως σε μια εποχή όπου η χρήση drone για κακόβουλους σκοπούς αποτελεί πραγματική και αυξανόμενη απειλή.
Η υπόθεση εγείρει καίρια ερωτήματα για την επάρκεια των διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων, την ικανότητα υλοποίησης τεχνολογικών έργων υψηλής εξειδίκευσης και την ευρύτερη ετοιμότητα της χώρας να ανταποκριθεί στις ανάγκες εθνικής ασφάλειας του 21ου αιώνα.