Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε ομόφωνα έφεση που καταχωρήθηκε από δύο πολίτες ως προς τη συνταγματικότητα των νόμων που οδήγησαν στην ίδρυση του Διοικητικού Δικαστηρίου.
Οι πολίτες είχαν καταχωρήσει αρχικά προσφυγές στο Ανώτατο Δικαστήριο οι οποίες μεταφέρθηκαν στη συνέχεια στο Διοικητικό Δικαστήριο. Οι προσφυγές αφορούσαν σε εντελώς διαφορετικό θεματολόγιο αλλά συνενώθησαν για σκοπούς ακρόασης των αιτήσεων που καταχωρήθηκαν ως προς τη συνταγματικότητα των προαναφερθέντων νόμων.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Ανωτάτου, το Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε με απόφαση του στις 6/10/2016 ότι οι επίδικοι νόμοι δεν ήταν αντισυνταγματικοί και ως εκ τούτου νομίμως οι προσφυγές μεταφέρθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο όπου είχαν καταχωρηθεί αρχικά στο Διοικητικό Δικαστήριο.
Ακολούθως οι πολίτες καταχώρησαν έφεση με κύρια θέση, όπως προβάλλει μέσα από τους έξι λόγους έφεσης, ότι ο νομοθέτης κατά παράβαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών επενέβη σε δικαστική ύλη όπως αυτή είχε κατανεμηθεί από το Σύνταγμα και το νόμο αρ. 33/1964 στα μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου αντίστοιχα και απρόσωπα διατάσσοντας τη μεταφορά, με αντίστοιχη αφαίρεση της ύλης αυτής από τον φυσικό Δικαστή, στο νεοιδρυθέν Δοικητικό Δικαστήριο.
Το Ανώτατο στην απόφαση του αναφέρει ότι «ο συντακτικός νομοθέτης, εν τη σοφία του, που δεν ελέγχεται δικαστικώς κατά πάγια νομολογία, όπως δεν ελέγχεται και η σκοπιμότητα μιας νομοθεσίας, ενήργησε κατά τρόπο νόμιμο έχοντας κρίνει ότι επέστη ο χρόνος μετά την πάροδο πολλών δεκαετιών από το 1964, ώστε η Βουλή των Αντιπροσώπων να συνδράμει στην ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης με τη δημιουργία Διοικητικού Δικαστηρίου».
«Δεν υπάρχει οτιδήποτε το αντισυνταγματικό σ` αυτή τη νομοθετική κίνηση ενίσχυσης της απονομής της δικαιοσύνης και η επίδικη Ογδοη Τροποποίηση του Συντάγματος δεν πάσχει αφ εαυτής από τη στιγμή που η εξουσία για τροποποίηση ανήκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων η οποία και ασκήθηκε νομίμως κατά τύπον και καθ ΄ύλην», όπως προστίθεται.
Εκ του κριθέντος ζητήματος περί εγκυρότητας και συνταγματικότητας του νομοθετικού πλαισίου που καθίδρυσε το Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με την απόφαση, «συνάγεται ότι δεν τίθεται ουσιαστικώς θέμα περί φυσικού Δικαστή. Το νέο Διοικητικό Δικαστήριο δεν δημιουργήθηκε εν κενώ. Δημιουργήθηκε ακριβώς για να απαμβλύνει τον όγκο εργασίας του Ανώτατου Δικαστηρίου που ασκούσε και πρωτοβάθμια δικαιοδοσία αιτήσεων ακυρώσεως γεγονός που διεγνώσθη κατά την 8η τροποποίηση του συντάγματος να μην συμβάλλει πλέον στην ταχεία απονομή της δικαιοσύνης. Μεταφέρθηκαν συνεπώς κατά το άρθρο 3(2) του νόμου αρ. 130(Ι)/2015 όλες οι εκκρεμούσες διαδικασίες ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο «καθιδρυμένο δυναμει νόμου Διοικητικού Δικαστηρίου προς συνέχιση των δικαστικών διαδικασιών….»
Το Ανώτατο δεν διαπιστώνει ούτε οποιαδήποτε παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.
«Το ουσιώδες για το οποίο οι εφεσείοντες παραπονούνται θεωρώντας ότι παρερμηνεύθηκαν οι θέσεις τους πρωτοδίκως είναι ότι η υφιστάμενη προ της Ογδοης Τροποποίησης συνταγματική τάξη εκθεμελιώθηκε διότι ο νομοθέτης επενέβη στη δικαστική αρμοδιότητα και ύλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου με αντισυνταγματικό νομοθέτημα. Δεν επενέβη όμως ούτε αναρμοδίως, ούτε κατ` αντίθεση του Συντάγματος. Η αρμοδιότης αναθεώρησης νομοθεσίας, ακόμη και νομοθετήματος υψίστης ιεραρχικής δομής, όπως το Σύνταγμα, το οποίο αποτελεί αρχική πηγή δικαίου, ανήκει στο νομοθετικό σώμα», προστίθεται.
«Ο νομοθέτης εδώ δεν άσκησε την εξουσία του επεμβαίνοντας στο δικαστικό έργο. Εκρινε ότι ήταν οφειλόμενος ο εκσυγχρονισμός της διοικητικής δικαιοσύνης θέτοντας παραμέτρους που δεν στρατηγούν την αρχή της ισότητας ή τη δίκαιη δίκη. Όλες οι υποθέσεις που δεν είχαν ακόμη επιφυλαχθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο μεταφέρθηκαν ομοιογενώς και ισοτίμως ως ενιαία πλέον ομάδα, στο νέο Διοικητικό Δικαστήριο», αναφέρει η απόφαση.
Η Όγδοη Τροποποίηση, συνεχίζει η απόφαση, « δεν κατάργησε συνταγματική διάταξη εν τέλει, αλλά αναδιάρθρωσε το μηχανισμό εκδίκασης των αιτήσεων ακυρώσεων. Οι προσφεύγοντες έχουν και πάλι την ευκαιρία να ακουστούν σε πρώτο και δεύτερο βαθμό από απρόσωπο, αμερόληπτο Δικαστήριο, ενώ η δημιουργία του Διοικητικού Δικαστηρίου, τοποθετείται ιεραρχικά σε κατώτερο σκαλοπάτι από το Ανώτατο Δικαστήριο…»
«Ούτε υπήρξε οποιαδήποτε ανεπίτρεπτη διχοτόμηση της δικαστικής ύλης και δικαιοδοσίας στις ήδη καταχωρημένες και κατανεμημένες υποθέσεις ενώπιον των μελών του Ανωτάτου», καταλήγει το Ανώτατο στην απόφαση του.
Η απόφαση ανακοινώθηκε σε συνεδρία της πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην παρουσία και του Γενικού Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις