Θα μπορούσε να μην έχει εμφανιστεί ποτέ στην Ελλάδα, δεδομένου του αγώνα που έκανε η Σπόρτινγκ Λισαβόνας να τον ‘κλέψει’ μέχρι την τελευταία στιγμή. Έγινε η πιο ακριβή μεταγραφή του Παναθηναϊκού -πριν εμφανιστεί ο Μπορέλι- και ο ξένος που άλλαξε την ιστορία των “πρασίνων”, τη δεκαετία του ’90. Ο Κριστόφ Βαζέχα απέκτησε παντοντινή αξία για τον ΠΑΟ, όπως τα διαμάντια. Θα τιμηθεί στο ημίχρονο του αγώνα της ομάδας μπάσκετ με την Άλμπα, την Πέμπτη 14/11 για την 8η αγωνιστική της Euroleague, από τον Παναθηναϊκό Αθλητικό Όμιλο, με τους φαν της ομάδας να γράφουν στα social media πως δεν θα φτουρούσαν ούτε οι θέσεις του ποδοσφαιρικού γηπέδου του ΟΑΚΑ για να χωρέσει τον κόσμο που θέλει να τον ευχαριστήσει.
Ο μακροβιότερος ξένος του ελληνικού πρωταθλήματος και δεύτερος σκόρερ όλων των εποχών (πίσω από τον Θωμά Μαύρο), ο οποίος σε 15 χρόνια (1989-2004) πήρε 5 πρωταθλήματα, άλλα τόσα Κύπελλα, 2 SuperCup, τρεις φορές αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της λίγκας και 8 του ΠΑΟ, παραμένει ξεχωριστός. Γεννήθηκε ξεχωριστός.
✘ Το πλήρες όνομα είναι Krzysztof «Kristof» Ireneusz Warzycha. Kράτα το Krzysztof Warzycha. Προφέρεται ως Σίστοφ Βάρζιχα, σύμφωνα (και) με το Google Translate. Eφημερίδα της εποχής (που δεν είχε Internet) τον είχε γράψει -όταν ήλθε- ως Κριστόφ Βαρτσίκα. Long story short, το Κριστόφ Βαζέχα το χρωστά στον Μένιο Σακελλαρόπουλο, ο οποίος σε μετάδοση τον είχε πει έτσι και έμεινε. Μάλλον ως πιο εύηχο.
✘ Γεννήθηκε στις 17/11 του 1964, στο Κατοβίτσε, νότια της Πολωνίας, πληθυσμού τη σήμερον ημέρα 294.510 ανθρώπων. Τέλεσε υπό γερμανική κατοχή που έκαψε την Μεγάλη Συναγωγή (το Σεπτέμβρη του 1939) και που απαγόρευε τη χρήση της πολωνικής γλώσσας σε δημόσιους χώρους, ενώ εκτελούσε μαζικά και δημόσια πολίτες. Στα μέσα του 1941 το μεγαλύτερο μέρος του πολωνικού και του εβραϊκού πληθυσμού απομακρύνθηκε. Το Γενάρη του 1945 κατελήφθη από τον Κόκκινο Στρατό και εξαφανίστηκαν μεγάλα μέρη του κέντρου και των προαστίων. Από τις 7/3 του 1953 έως τις 10/12 του 1956 το Κατοβίτσε έγινε Stalinogród, στη μνήμη του Ιωσήφ Στάλιν, καθώς η αλλαγή συντελέστηκε λίγα εικοσιτετράωρα μετά το θάνατο του Σοβιετικού ηγέτη (5/3). Μεταπολεμικά, η περιοχή έζησε μεγάλη ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας -και σύντομα η πιο βιομηχανοποιημένη πολωνική πόλη, εξ ου και τη δεκαετία του ’50 είδε τον πληθυσμό να αυξάνεται κατακόρυφα.
✘ Ήταν το μόνο παιδί των γονιών του, που χώρισαν όταν εκείνος ήταν 2 χρόνων. Έμεινε με τη μητέρα του, η οποία δούλευε από το πρωί μέχρι το βράδυ για να συντηρήσει το σπίτι. Από το χάραμα πήγαινε σε εργοστάσιο και το απόγευμα σε εστιατόριο, όπου εργαζόταν ως σερβιτόρα. Καθημερινά έλεγε στο γιο της ότι θα μάθει να επισκευάζει μηχανές εργοστασίων. Εκείνος σεβάστηκε την επιθυμία της, πήρε πτυχίο, αλλά δεν ασχολήθηκε ποτέ. Δεν του άρεσε η μουτζούρα. Ή καλύτερα του άρεσε πολύ περισσότερο το ποδόσφαιρο.
✘ Όπως είχε πει στα Legend Stories, τα ντοκιμαντέρ της NOVA για μεγάλες μορφές του ελληνικού ποδοσφαίρου (αυτό του Πολωνού ‘βγήκε’ στον αέρα τον Μάρτιο του 2012) “οι συνθήκες ήταν δύσκολες. Τα παιδιά στη γειτονιά που έζησα, αγαπήσαμε το ποδόσφαιρο από πολύ νωρίς. Μετά το σχολείο, παρατούσαμε τα πράγματα σε μια γωνία και παίζαμε στο δρόμο -για τον υπόλοιπο χρόνο που είχαμε σε κάθε μέρα. Πολλές φορές παίζαμε διπλά και ένας φίλος μου ξεκίνησε προπονήσεις στη Ρουχ Χόρζοφ. Έβλεπε πως δεν ήμουν τόσο άσχετος με την μπάλα και μου είπε ‘γιατί δεν έρχεσαι;’. Πήγα, με κράτησε ο προπονητής και ξεκίνησα από 10 χρόνων και έφτασα έως τα 25 στην ίδια ομάδα. Από τα 18 ήμουν στην πρώτη ομάδα. Την πρώτη σεζόν η ομάδα έπεσε στη Β’ Εθνική, μετά δεν μπορούσε να κάνει μεταγραφές λόγω τιμωρίας, ανεβήκαμε τον επόμενο χρόνο στην Α’ Εθνική, πήραμε το πρωτάθλημα, βγήκα πρώτος σκόρερ και ήλθε η πρόταση από τον Παναθηναϊκό”.
✘ Στα 14 ενώ ήταν στις ακαδημίες της Ρουχ Χορζόφ υποδύθηκε τον Gerard Cieslik. “Είχε έλθει ένας ήρωας στην πόλη. Εκείνη την εποχή έπαιξε η Πολωνία με τη Ρωσία, νίκησε 2-0 και ο Cieslik είχε βάλει και τα δυο γκολ. Έτσι, έγινε ήρωας. Εγώ τον υποδύθηκα στα παιδικά του χρόνια”.
✘ “Όταν πήγα στη Ρουχ Χορζόφ, άλλαξα σχολείο -πήγα σε εκείνο με το οποίο είχε σχέσεις η ομάδα. Η απόσταση από το σπίτι μου σε αυτό ήταν 5 χιλιόμετρα. Τρεις σταθμοί με το τρόλεϊ. Η μητέρα μου φοβόταν μην πάθω κάτι, μη συμβεί κάτι και ήταν αρνητική στην αλλαγή. Τελικά, τη δέχθηκε. Χρόνια μετά μου αποκάλυψε πως είπε το ‘ναι’, σκεπτόμενη ότι εκείνη ήταν από φτωχή οικογένεια, εμείς ήμασταν επίσης, φτωχοί και μέσω του ποδοσφαίρου θα είχα μια ευκαιρία να ζήσω μια καλύτερη ζωή”. Στον τελικό Κυπέλλου του 1998 (νίκησε 1-0 ο Πανιώνιος) μερίδα οπαδών άρχισε τις ύβρεις προς τη μητέρα του. Ήταν η μόνη φορά που σκέφτηκε να φύγει από την Ελλάδα.
✘ Το πρόγραμμα του, ως εφήβου, είχε ως εξής: «Πήγαινα στο σχολείο, έκανα τα μαθήματα, έτρωγα πρωί και μεσημέρι εκεί, μετά είχα δυο ώρες κενό, έπειτα προπόνηση και με το τέλος αυτής γύριζα σπίτι. Κάθε μέρα αυτή ήταν η ζωή μου‘. Κάθε μέρα πήγαινε πρώτος και έφευγε τελευταίος, γιατί είχε πια ως στόχο να πετύχει.
Ο εφιάλτης της Σπόρτινγκ και ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον
✘ Η πρόταση του Παναθηναϊκού δεν ήταν η μόνη που ‘χε το 1989. Όπως θυμίζει ο Κώστας Γουλής, μέσω του Contra.gr “ήλθε στην Ελλάδα, τα ξημερώματα της 10ης Δεκεμβρίου του 1989. Τον έφερε ο Γιώργος Βαρδινογιάννης, ο οποίος τον τσέκαρε επί ένα χρόνο. Μάλιστα, είχε στείλει άνθρωπο του Παναθηναϊκού να τον παρακολουθήσει επί ένα μήνα. Δεν ήταν ο μόνος. Τον είχε εντοπίσει και ο Sir Άλεξ Φέργκιουσον, ο οποίος συνήθιζε να αναζητά ό,τι καλύτερο υπήρχε στην Ευρώπη -η γενιά των Μπέκαμ, Γκιγκς, Σκόουλς κλπ ακολούθησε. Ο Φέργκιουσον είχε πάει, ο ίδιος, να δει τον Βαζέχα στο πολωνικό πρωτάθλημα, αλλά για κάποιο λόγο δεν ολοκληρώθηκε η μετακίνηση.
Εκείνη την εποχή η Πολωνία είχε αναπτύξει ήδη, ποδοσφαιρικές σχέσεις με τη Γερμανία και οι πληροφορίες ήθελαν την Ντόρτμουντ να ‘χει κάνει επαφή για τον Βαζέχα -προγενέστερα της κατάκτησης του UEFA Champions League. Η ομάδα ωστόσο, με την οποία έδωσε μάχη μέχρι το τελευταίο λεπτό ο Παναθηναϊκός για τον συγκεκριμένο παίκτη, ήταν η Σπόρτινγκ Λισαβόνας. Η ιστορία είχε εξελιχθεί σε θρίλερ, μέχρι τα ξημερώματα που τελικά ο Βαζέχα υπέγραψε στον Παναθηναϊκό, για 1.2 εκατομμύρια δολάρια. Οι 850.000 πήγαν στην ομάδα και οι 350.000 στον ίδιο. Σε δραχμές το ποσό ήταν 196.5 εκατομμύρια και αυτή η μεταγραφή ήταν η πιο ακριβή στη δεκαετία 1979-1989, της συγκεκριμένης διοίκησης, μέχρι να εμφανιστεί ο Μπορέλι ένα χρόνο αργότερα”.
✘ Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας έχει πει ότι “τότε έρχονταν πολλοί μάνατζερ από τη Γερμανία, με την οποία είμαστε δίπλα, δίπλα, αλλά δεν υπήρχε κάτι σοβαρό. Έλεγαν πως υπάρχει πρόταση από ομάδα, χωρίς όμως, λεπτομέρειες. Ο Παναθηναϊκός ήλθε με σχεδόν έτοιμη πρόταση, με τον Τάσο Πρίντζη. Μίλησαν με τη διοίκηση και έτσι επήλθε η συμφωνία”.
✘ Όταν τον ενημέρωσαν πως υπάρχει η προοπτική να πάει στην ελληνική ομάδα ρώτησε τον Κάζιμιρ Γκόρσκι (προπονητής του Παναθηναϊκού από το 1976 έως το 1979 και μετά της Καστοριάς, του Ολυμπιακού και του Εθνικού Πειραιώς, πριν ‘κλείσει’ το 1985 την πορεία στην Ελλάδα με νταμπλ του Παναθηναϊκού), τον Γιάτσεκ Γκμοχ και του είπαν τα καλύτερα. “Σίγουρα αυτές οι αποφάσεις δεν είναι εύκολες. Είχαμε τον Αρκάδιο, ήταν 2 χρόνων. Δεν είχα όμως, πολύ χρόνο να σκεφτώ. Ο κύριος Γιώργος Βαρδινογιάννης ήθελε να βρει όσο πιο γρήγορα μπορούσε ένα φορ -ο Σαραβάκος είχε πρόβλημα και δεν έπαιζε”.
✘ Ουσιαστικά είχε στη διάθεση του μια ημέρα, για να δεχθεί ή να απορρίψει τους ‘πράσινους’. “Το πολωνικό πρωτάθλημα είχε σταματήσει για το χειμώνα και θυμάμαι πως είχα πάει μια βόλτα με τον Αρκάδιο το μεσημέρι, όταν μας βρήκε η γυναίκα μου, για να μου πει ότι είχαν πάρει πολλά τηλέφωνα από την ομάδα, στο σπίτι. Σκέφτηκα ‘μα έχουμε ρεπό, τι θέλουν;’. Μου είπαν ότι υπάρχει αυτή η πρόταση και ότι έπρεπε να αποφασίσουμε σε μία μέρα. Είπα πάμε να το προχωρήσουμε”.
✘ Όταν αποκάλυψε την απόφαση του, τον ρωτούσαν ‘πού πας;’. “Τότε, η εθνική Πολωνίας ήταν πιο ψηλά από την Εθνική Ελλάδος και έλεγαν όλοι πως ‘φεύγει από δω που παίζει στην εθνική Πολωνίας και πάει σε μια χώρα που είναι πιο κάτω επίπεδο από μας’. Εγώ, όμως, έκλεισα τα αυτιά. Δεν ασχολήθηκα καθόλου με αυτό και τη στιγμή που πήραμε το πρωτάθλημα χάρηκα διπλάσια, γιατί μέσα μου έλεγα ότι ήταν καλή επιλογή ο Παναθηναϊκός. Ήταν γνωστός σύλλογος στην Ευρώπη και μου έδωσε τη δυνατότητα να παίξω στο UEFA Champions League”.
H χημεία με τον Σαραβάκο
✘ Δεν ήλθε μόνος στην Ελλάδα. Ήλθε με την οικογένεια του. Όπως έχει αποκαλύψει ο ίδιος, η σχέση με τη σύζυγο του, Γιολάντα ήταν καρμική. “Γεννηθήκαμε ίδια μέρα, στο ίδιο μαιευτήριο (με δυο ώρες διαφορά), πήγαμε και στο ίδιο σχολείο. Χωρίσαμε για λίγο, όταν πήγα για τέσσερα χρόνια σε άλλο σχολείο της πόλης, αλλά μέναμε στον ίδιο δρόμο. Κάποια στιγμή υπήρχε ένας χορός, δεν θυμάμαι πού, και πήγαμε μαζί. Κι έτσι, σιγά-σιγά, ξεκίνησε η κατάσταση να βρίσκεται σε καλό δρόμο. Πρέπει να πω ότι μου βγήκε σε καλό”.
✘ Γενικά είναι των σχέσεων ζωής. Για αυτό δεν έφυγε ποτέ από τον Παναθηναϊκό, “ο χαρακτήρας μου δεν είναι για πολλές αλλαγές. Θέλησα κάποια στιγμή να πάω σε κάποιο πιο δυνατό πρωτάθλημα να δοκιμαστώ, αλλά δυστυχώς δεν έτυχε. Και να υπήρχαν προτάσεις για εμένα, δεν τις έμαθα ποτέ. Όταν αποσύρθηκα, άκουσα πως τις σταματούσε ο κ. Βαρδινογιάννης”.
✘ Το πρώτο πράγμα που έχει να θυμάται ο Γιάννης Καλιτζάκης από τον Βαζέχα είναι “το μουστάκι του. Ήταν ‘αντιτουριστικός’, όταν τον πρωτογνώρισα. Στη συνέχεια βελτιώθηκε πάρα πολύ”. Το πρώτο πράγμα που έκανε εντύπωση στον Βαζέχα από την Ελλάδα ήταν “ο φανατισμός στα γήπεδα. Ο πολύς κόσμος και η πολλή ένταση. Δεν μπορώ να πω ότι από τις πρώτες μέρες γνώρισα την αγάπη των φιλάθλων, γιατί τις πρώτες μέρες πάντα είναι δύσκολο. Ένας καινούργιος επιθετικός πρέπει να σκοράρει 2-3 φορές, να δουν οι συμπαίκτες πως μπορεί να βοηθήσει -όπως και ο κόσμος. Δεν καταλάβαινα τι μου λένε στο δρόμο όταν πήγαινα για ψώνια, για βόλτα. Αλλά σιγά-σιγά μετά έμαθα και ήταν καλά πράγματα”.
✘ Έκανε ντεμπούτο, ως άγνωστος μεταξύ γνωστών (Σαργκάνης, Αμπαδιωτάκης, Καλιτζάκης, Χατζηαθανασίου, Γεωργαμλής, Καλατζής, Κουρμπανάς, Μαυρίδης, Καλπάκης, Φίτος, Καραμπάτσης, Αντωνίου, Γεωργακόπουλος, Μαραγκός, Χριστοδούλου, Βλάχος, Πόλακ, Σαμαράς, Σαραβάκος, Κόλεφ, Χρ. Δημόπουλος, Μπάμπας, Μπούρας και προπονητής ο Γκίντερ Μπένγκστον -εκ Σουηδίας) εναντίον της ΑΕΚ. Δεν είχε κάνει προπόνηση ένα μήνα. “Έχασα μια ευκαιρία. Αν σκόραρα θα νικούσαμε. Δεν στενοχωρήθηκα. Ήξερα πως αν κάνω σωστές προπονήσεις με την ομάδα, θα είμαι καλύτερος. Δεν σκέφτηκα δηλαδή, ότι δεν κάνω για αυτήν την ομάδα”.
✘ Στην Πολωνία έπαιζε με το 7 στην πλάτη. Με αυτό έκανε και πρεμιέρα στην Ελλάδα. Μετά φόρεσε το 9. “Σας είπα πως ο Σαραβάκος είχε τραυματισμό και δεν έπαιζε όταν ήλθα. Έτσι ξεκίνημα με το 7, το οποίο πήρε ο Δημήτρης όταν επέστρεψε και εγώ φόρεσα το 9 που ήταν της θέσης μου”.
✘ Αγωνίστηκε με ουκ ολίγους. Η χημεία όμως, που είχε με τον Σαραβάκο τις δυο σεζόν της συνύπαρξης τους δεν την έζησε με κανέναν άλλον. Όπως ο Παναθηναϊκός δεν έζησε όμοιο δίδυμο (με 50+ γκολ την πρώτη χρονιά και 45+ τη δεύτερη). Όπως εξηγεί ο Κώστας Γουλής “στο γήπεδο είχαν μοναδική σχέση. Εκτός αυτού δεν υπήρξαν ποτέ κολλητοί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχαν τσακωθεί”. Ήταν άλλοι χαρακτήρες, με άλλους τρόπους ζωής.
✘ Αυτό που ‘χει πει ο Βαζέχα για το ντουέτο με τον Σαραβάκο είναι πως “αυτό είναι χημεία! δεν μπορείς να αποδώσεις κάπου αυτή τη συνεργασία. Σίγουρα βοήθησαν και οι πολλές προπονήσεις που κάναμε μαζί, οι πολλές ασκήσεις που κάναμε ιδιαίτερα στα τελειώματα. Αν δούμε κάποια γκολ που έβαλα, ο Δημήτρης μου είχε δώσει πάρα πολλές πάσες. Είχαμε φοβερή συνεργασία μέσα στο γήπεδο. Εκτός γηπέδου η αλήθεια είναι ότι δεν ήμασταν και τόσο κολλητοί φίλοι. Δεν ξέρω, δεν μπορώ να το εξηγήσω για ποιο λόγο, αλλά στο γήπεδο βρισκόμασταν με κλειστά μάτια”.
✘ Ευεργετικά αποτελέσματα είχε και το αντάμωμα με τον Γιόσεφ Βάντσικ, ο οποίος φόρεσε την πράσινη φανέλα το 1990. “Με τον Γιόζεφ ήμασταν συνέχεια και στο ίδιο δωμάτιο, ήμασταν μαζί για πολλά χρόνια -νομίζω 9. Τον ήξερα από την εθνική. Ο πρόεδρος με είχε ρωτήσει, πριν το καλοκαίρι, αν υπήρχε κάποιος καλός τερματοφύλακας στην Πολωνία. Τότε ο Σαργκάνης ήταν προ του τέλους της καριέρας του και ο κ. Βαρδινογιάννης ήθελε κάποιον πιο νέο τερματοφύλακα. Του πρότεινα τον Γιόσεφ, ο οποίος είχε πάντα παράπονο από εμένα -για δυο, τρία γκολ που του είχα βάλει”.
«Για να βγεις πρώτος σκόρερ, χρειάζεσαι καλούς συμπαίκτες»
✘ Μεταξύ των ουκ ολίγων συγκινήσεων που ‘χει ζήσει είναι το 0-1 του Παναθηναϊκού, στο Άμστερνταμ επί του Άγιαξ (3/4/1996), για τα ημιτελικά του UEFA Champions League. Ο σκόρερ ήταν αυτός. “Θυμάμαι να πλησιάζουμε στο γήπεδο και ο κόσμος να μας δείχνει με τα δάχτυλα των χεριών πόσα γκολ θα φάμε. Μετά το γκολ σηκώθηκα και δεν ήξερα πού να πάω. Ήμασταν όλοι πολύ κουρασμένοι και για αυτό στον πανηγυρισμό ο ένας πήγαινε δεξιά και ο άλλος αριστερά. Δεν είχα δει, μετά το πλασέ, πως η μπάλα πάει προς τα δίχτυα. Το είδα αφότου σηκώθηκα”. Ο Καλιτζάκης θυμήθηκε πως “ο Χρήστος σήκωσε τα χέρια ψηλά και κοίταγε τον ουρανό, τώρα το τι ζήταγε από εκεί και το τι έβλεπε, δεν το ξέρω. Γιατί κι εμείς το ίδιο πράγμα σκεφτόμασταν, τι έχει γίνει;«.
✘ Συνήθιζε να αφιερώνει τα γκολ σε εκείνον που του έδινε την ασίστ. Στο μυαλό του δεν υπήρχε ποτέ ‘εύκολο γκολ’. Και δεν υπήρχε γιατί “ο επιθετικός πρέπει να βρεθεί στον κατάλληλο χρόνο, στον κατάλληλο χώρο. Εκεί δηλαδή, όπου θα πάει η πάσα. Αυτό δεν είναι εύκολο. Ένα βήμα μπροστά ή πίσω να είσαι, χάνεις την ευκαιρία. Για να βγεις βέβαια, πρώτος σκόρερ, πρέπει να ‘χεις καλούς συμπαίκτες. Εγώ ήμουν τυχερός σε αυτό”.
✘ Υπήρξε και περίοδος που δεν μπορούσε να βρει τα αντίπαλα δίχτυα. Το θέμα το έλυσε ο Ρότσα. “μου λέει μια μέρα ‘έλα λίγο από το δωμάτιο μου, πριν το παιχνίδι’. Πήγα, έβαλε τρία φωτάκια σε ένα πιατάκι και μου είπε ‘μη μιλάς καθόλου’. Καθίσαμε έτσι για μερικά δευτερόλεπτα και ένα από τα τρία -σαν καρβουνάκια ήταν-, έσκασε. Σχολίασε ‘εντάξει σήμερα μη φοβάσαι, θα σκοράρεις. Σκόραρα. Όταν ένας επιθετικός δεν σκοράρει για αρκετά ματς, αποκτά πρόβλημα. Δεν ξέρει τι να κάνει. Μερικές φορές, ο τρόπος του προπονητή αρκεί για να σε ανεβάσει”.
✘ Η χειρότερη στιγμή του στην Ελλάδα, κατά του ιδίου το ρηθέν, ήταν η έφοδος οπαδών στην Παιανία, μετά τη Ριζούπολη. “Χτύπησαν τον Μαρκαριάν μπροστά στα μάτια μου και έκαναν φοβερή ζημιά σε όλα τα παιδιά. Έσπασαν τα αυτοκίνητά μας. Δεν υπήρχε κανείς για να μας προστατέψει, ενώ είχαν μπει 200-300 άτομα. Όλοι ήξεραν πως θα έλθουν. Γιατί δεν μας προστάτεψαν;”.
✘ Σύμφωνα με τις αφηγήσεις του Κώστα Γουλή, τη σεζόν 2002-03 έσωσε τον Άγγελο Φιλιππίδη από τα χειρότερα. Ήταν στο ματς με την Λίτεξ Λόβεκς (το Νοέμβρη), στα προκριματικά του Κυπέλλου UEFA. Ο Παναθηναϊκός είχε νικήσει (1-0) στη Βουλγαρία. Στη δεύτερη αγωνιστική (αυτό που λεγόταν παλιά ρεβάνς), η ομάδα έκανε κάκιστο παιχνίδι και βρέθηκε στο 0-1. Στην παράταση μπήκε ως αλλαγή ο -39χρονος- Βαζέχα και όταν σηκώθηκε μερίδα οπαδών για να κατευθυνθεί προς τα επίσημα, εκείνος ισοφάρισε, ενώ μετά διαμόρφωσε και το 2-1. Ο κόσμος αποδοκίμασε όλους τους άλλους παίκτες -και τον Φερνάντο Σάντος- και για τον Πολωνό έλεγε το ‘αφήστε τον Βαζέχα και φύγετε από εδώ’.
✘ Οι επεκτάσεις συνεργασίας διαδέχονταν η μια την άλλη, με τις πληροφορίες να τον θέλουν πάντα να μην αμείβεται βάσει των όσων πρόσφερε. Δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ. Προς τα τέλη της καριέρας του ήταν που αγόρασε το πρώτο ακριβό αυτοκίνητο. Είχε πει πως ‘επιβράβευσα τον εαυτό μου, για τόσα χρόνια σκληρής δουλειάς’. Δεν χρειαζόταν να πει λέξη.
✘ Η ημέρα που ουσιαστικά, έγραψε τους τίτλους τέλους της καριέρας του (μετά το νταμπλ του 2004) έχει καταγραφεί στο μυαλό των φιλάθλων του Παναθηναϊκού ως η πιο συγκινητική που ‘χουν ζήσει στα γήπεδα. Στο μεσοδιάστημα πήρε την ελληνική υπηκοότητα. Παρεμπιπτόντως, το σπίτι του είναι στην γειτονιά που έμενε, όταν πρωτοήλθε στην Ελλάδα.
Πηγή: www.contra.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα 2 Νοεμβρίου - Ο βίος των Αγίων
• Τα ζώδια σήμερα: Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον - Ένα Σάββατο - Θεία Δίκη ξεδιπλώνεται
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις