Ζητήματα που άπτονται των ενδεχόμενων φορολογικών υποχρεώσεων αλλοδαπών εταιρειών στοιχημάτων με έσοδα δεκάδων εκατ. ευρώ, εντοπίζει η Ελεγκτική Υπηρεσία σε Ειδική Έκθεση της για τον έλεγχο της Εθνικής Αρχής Στοιχημάτων, παραπέμποντας τα στις φορολογικές αρχές.
Μεταξύ άλλων, η Ελεγκτική Υπηρεσία εστιάζει επίσης στις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν για την ενοικίαση κτηρίου από την Αρχή καθώς και την υπερβολικά ψηλή τιμή ενοικίου σε σχέση με τον μέσο όρο τιμών ενοικίου των υπόλοιπων ενοικιαζόμενων κτηρίων από τους Δημόσιους Οργανισμούς και προβαίνει στη σύσταση ότι «οι Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου θα πρέπει να ακολουθούν τις προβλεπόμενες διαδικασίες που αφορούν στην ενοικίαση κτηρίων, ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση των αρχών της χρηστής διοίκησης, της διαφάνειας, της μη διάκρισης και της ίσης μεταχείρισης προς διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και την αποφυγή αχρείαστων/υπερβολικών δαπανών και δεσμεύσεων».
Στην έκθεσή της η Ελεγκτική Υπηρεσία παραθέτει τα σημαντικότερα ευρήματα του ελέγχου που διεξήγαγε αναφέροντας ότι εντόπισε την έκδοση ή ανανέωση «άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου χωρίς την προσκόμιση, με την υποβολή της αίτησης, όλων των απαραίτητων εγγράφων που απαιτούνται από τους Κανονισμούς, αλλά υπό τον όρο ότι αυτά θα προσκομιστούν εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου που θέτει η Αρχή, χωρίς αυτή η πρακτική να προνοείται στους Κανονισμούς».
Προς αυτό υποδεικνύει ότι η Αρχή «δεν θα πρέπει να εκδίδει/ανανεώνει τις εν λόγω άδειες σε περιπτώσεις μη προσκόμισης όλων των απαραίτητων εγγράφων, και, σε περίπτωση που η Αρχή δεν συμφωνεί με τη θέση της Υπηρεσίας μας, εισηγηθήκαμε όπως ζητήσει γνωμάτευση από το νομικό της σύμβουλο και να μας ενημερώσει σχετικά».
Στα ευρήματα περιλαμβάνεται «μη τήρηση από πλευράς αιτητών των προνοιών του άρθρου 14(2) του περί Στοιχημάτων Νόμου (Ν.106(Ι)/2012), που προνοεί ότι η αίτηση για ανανέωση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, υποβάλλεται τουλάχιστον τρεις μήνες πριν την ημερομηνία λήξης της άδειας».
Σε μερικές περιπτώσεις, αναφέρεται, «το 10% του ετήσιου κύκλου εργασιών του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ήταν μεγαλύτερο από το ύψος της τραπεζικής εγγύησης χωρίς η Αρχή να ζητήσει ανάλογη αύξηση του ποσού της εγγύησης που δύναται να απαιτήσει σύμφωνα με το άρθρο 28(2)(β) του Ν.106(Ι)/2012». Προς αυτό εισηγείται όπως «στις πιο πάνω περιπτώσεις ζητείται ανάλογη αύξηση της εγγύησης».
Κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων για έκδοση/ανανέωση άδειας υποστατικού, η Αρχή δεν καταγράφει τις απόψεις της σχετικά με την τοποθεσία του υποστατικού σύμφωνα με τη νομοθεσία του 2012, προστίθεται, με την Ελεγκτική Υπηρεσία να εισηγείται όπως «σε κάθε αξιολόγηση αίτησης για έκδοση/ανανέωση άδειας υποστατικού, γίνεται ειδική αναφορά για την τοποθεσία του υποστατικού και να καταγράφονται οι απόψεις της Αρχής».
Η Ελεγκτική Υπηρεσία βρίσκει επίσης ότι η Αρχή «δεν διεξήγαγε έλεγχο για εντοπισμό προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες στοιχήματος χωρίς άδεια».
Σύμφωνα με την ειδική έκθεση «δύο αλλοδαπές εταιρείες, με συνολικά έσοδα στοιχήματος της τάξης των €75 εκ. για το 2017, είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών, αλλά δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο του Εφόρου Φορολογίας και ως εκ τούτου δεν υποβάλλουν φορολογικές δηλώσεις, σε αντίθεση με το άρθρο 5Α του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου».
Η Ελεγκτική Υπηρεσία εισηγήθηκε στον Έφορο Φορολογίας «όπως γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες για εγγραφή τους στο Φορολογικό Μητρώο και εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας και σε περίπτωση που δηλώσουν στις φορολογικές τους δηλώσεις ως μη φορολογικοί κάτοικοι Κύπρου, να γίνει σχετική διερεύνηση από το Τμήμα κατά πόσο τούτο ευσταθεί και κατά πόσο δηλώνουν τα εισοδήματά τους στις φορολογικές αρχές άλλης χώρας».
Παράλληλα, αναφέρεται, «συγκεκριμένη εταιρεία με έσοδα στοιχήματος για το 2017 δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ δηλώνει ότι δεν είναι φορολογικός κάτοικος Κύπρου».
Σύμφωνα με την ειδική έκθεση «η εταιρεία έχει εγγεγραμμένο γραφείο στην Κύπρο και ενδεχομένως οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και οι αποφάσεις της εταιρείας να πραγματοποιούνται στην Κύπρο, έχει εξελεγμένους λογαριασμούς από Κύπριους ελεγκτές και στις εξελεγμένες Οικονομικές Καταστάσεις αναφέρεται ότι το κέντρο αποφάσεων της εταιρείας είναι σε έδαφος εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το οποίο φαίνεται ότι η Κύπρος δεν έχει υπογράψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας».
Η Ελεγκτική Υπηρεσία εισηγήθηκε «όπως το Τμήμα Φορολογίας προχωρήσει σε διερεύνηση κατά πόσο η συγκεκριμένη εταιρεία ή και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, είναι φορολογικός κάτοικος Κύπρου ή όχι, κατ΄ εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας».
«Στην περίπτωση που ο Έφορος καταλήξει ότι ορθά η εταιρεία δηλώνει ως μη φορολογικός κάτοικος Κύπρου, ζητήσαμε να ενημερωθούμε κατά πόσο η εταιρεία οφείλει να δηλώνει στην Κύπρο και να φορολογείται για το μέρος των εσόδων της από στοιχήματα εντός Κύπρου», προστίθεται.
Εντόπισε την μη υποβολή φορολογικών δηλώσεων από δύο εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες στο Φορολογικό Μητρώο και εισηγήθηκε όπως γίνει τροποποίηση του εντύπου αίτησης στους περί Στοιχημάτων-Αιτήσεων και Δηλώσεων-Κανονισμούς, ούτως ώστε στα έγγραφα που συνοδεύουν την αίτηση για την έκδοση/ανανέωση άδειας να συμπεριληφθεί και η βεβαίωση από το Τaxisnet ότι έχει υποβληθεί φορολογική δήλωση.
Από τον έλεγχο διαφάνηκαν επίσης διαφορές από τη σύγκριση των εσόδων στοιχήματος εταιρειών που λήφθηκαν από την Αρχή με τον κύκλο εργασιών που δηλώθηκαν στο Τμήμα Φορολογίας για το 2017 και η Ελεγκτική Υπηρεσία εισηγήθηκε «όπως ο Έφορος Φορολογίας προχωρήσει σε διερεύνηση, με σκοπό την επιβολή φορολογιών στα πλαίσια της νομοθεσίας. Επιπρόσθετα, εισηγηθήκαμε όπως ζητά από την ΕΑΣ να αποστέλλει κάθε χρόνο αναλυτική κατάσταση με τα έσοδα στοιχήματος των εταιρειών».
Η ειδική έκθεση συνεχίζει αναφέροντας ότι σε μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής, οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι καταβλήθηκε αποζημίωση για συνεδρίες που παρευρέθηκαν, οι οποίες όμως πραγματοποιήθηκαν κατά τις εργάσιμες ώρες της δημόσιας υπηρεσίας. Προς αυτό υποδείχθηκε ότι πρέπει να εφαρμόζονται οι πρόνοιες των Αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου και της εγκυκλίου του ΤΔΔΠ, καθώς και ότι τα ποσά αυτά πρέπει να ανακτηθούν.
Με βάση τις χρεώσεις που προνοούνται στους Κανονισμούς, για έκδοση άδειας λειτουργίας υποστατικού για περίοδο από 18 μέχρι 23 μήνες επιβάλλεται υψηλότερο τέλος από ό,τι για περίοδο 24 μηνών αναφέρεται και προστίθεται ότι η Πρόεδρος της Αρχής μας ενημέρωσε ότι πρόθεση της Αρχής είναι να τεθεί τέλος χορήγησης άδειας και ετήσιο τέλος άδειας.
Σε σχέση με την αγορά υπηρεσιών της Αρχής αναφέρεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρήθηκε απευθείας ανάθεση χωρίς την προκήρυξη διαγωνισμού καθώς και κατάτμηση της εργασίας κατά παράβαση των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, με την Ελεγκτική Υπηρεσία να υποδεικνύει ότι «για την μίσθωση/αγορά υπηρεσιών, θα πρέπει να τίθενται όλες οι απαραίτητες ασφαλιστικές δικλίδες που να διασφαλίζουν ότι δεν δημιουργείται δημοσιοϋπαλληλική σχέση μεταξύ των συμβασιούχων και της Αρχής, και να τηρούνται αυστηρά όλες οι διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και οι εγκύκλιοι του Υπουργείου Οικονομικών».
Από τον έλεγχο που διενεργήθηκε εντοπίστηκε επίσης «μη τήρηση των νενομισμένων διαδικασιών για ενοικίαση του κτηρίου, ώστε να διασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, η κατ΄ αναλογία τήρηση των βασικών αρχών που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις, όπως η αρχή της διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης, για διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος».
Επίσης, προστίθεται ότι διαπιστώθηκε ότι έγινε επιλογή κτηρίου με μεγαλύτερο εμβαδόν από τις πραγματικές ανάγκες στέγασης της Αρχής, επιλογή του ακριβότερου κτηρίου από τις δύο υποβληθείσες προτάσεις, δεν ζητήθηκε η έγκριση του ύψους του ενοικίου από το Υπουργείο Οικονομικών., δεν αποστάλθηκε από την Αρχή εμπεριστατωμένη έκθεση της επιλογής της προς το Τμήμα Δημοσίων Έργων (ΤΔΕ), για έγκριση των προδιαγραφών του κτηρίου ούτε προχώρησε σε εκτέλεση εργασιών στο κτήριο, με βάση τις υποδείξεις της Αστυνομίας.
Παράλληλα, αναφέρεται ότι δεν υπάρχει καμιά αλληλογραφία με το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας και με το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών για την ενοικίαση του εν λόγω κτηρίου.
Προστίθεται, το εν λόγω κτήριο διαθέτει Πιστοποιητικό Έγκρισης, το οποίο εκδόθηκε στις 22.3.1979, ωστόσο, «δεν φαίνεται να έχει εκδοθεί νέο Πιστοποιητικό που να περιλαμβάνει τις οποιεσδήποτε τροποποιήσεις στο κτήριο». Το εν λόγω θέμα διερευνάται από την Αρχή και θα επανέλθει μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, αναφέρεται.
Επίσης, σύμφωνα με την Ελεγκτική Υπηρεσία «η τιμή του ενοικίου στο κτήριο που στεγάζεται η ΕΑΣ είναι υπερβολικά ψηλή, σε σχέση με τον μέσο όρο τιμών ενοικίου των υπόλοιπων ενοικιαζόμενων κτηρίων από τους Δημόσιους Οργανισμούς».
ΑΠΟ ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις