Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε την Πέμπτη (9/7) ότι "εθνική ρύθμιση μπορεί να προβλέπει ορισμένη προθεσμία παραγραφής για την άσκηση αγωγής με αίτημα την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων βάσει καταχρηστικής ρήτρας σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή".
Διευκρίνισε ωστόσο ότι "η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκή από την προβλεπόμενη για παρόμοια ένδικα βοηθήματα της εσωτερικής έννομης τάξης, ούτε να καθιστά πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει το δίκαιο της Ένωσης".
Συγκεκριμένα το ΔΕΕ υπενθυμίζει, καταρχάς, ότι η υποχρέωση του εθνικού δικαστή να αποκλείσει την εφαρμογή καταχρηστικής συμβατικής ρήτρας, η οποία επιβάλλει την πληρωμή ποσών που αποδεικνύεται ότι δεν οφείλονται, συνεπάγεται την επιστροφή των ποσών αυτών.
Εντούτοις, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, "ελλείψει σχετικής ρυθμίσεως του δικαίου της Ένωσης, εναπόκειται στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους να θεσπίσει τους δικονομικούς κανόνες ασκήσεως των ενδίκων βοηθημάτων που αποσκοπούν στην κατοχύρωση της προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών της Ένωσης".
Ωστόσο σημειώνει ότι "οι κανόνες αυτοί δεν πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που αφορούν παρόμοια ένδικα βοηθήματα της εσωτερικής έννομης τάξης (αρχή της ισοδυναμίας) και δεν πρέπει να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει η έννομη τάξη της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας)".
Όσον αφορά την αρχή της αποτελεσματικότητας, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το σύστημα προστασίας που θεσπίζει η οδηγία 93/13 "στηρίζεται στην παραδοχή ότι ο καταναλωτής βρίσκεται σε ασθενέστερη θέση σε σχέση με τον επαγγελματία. Συναφώς, μολονότι μια τριετής προθεσμία παραγραφής φαίνεται, καταρχήν, ουσιαστικά επαρκής για την εκ μέρους του καταναλωτή προετοιμασία και άσκηση αποτελεσματικού ένδικου βοηθήματος, στο μέτρο που αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία πλήρους εκτελέσεως της συμβάσεως, εντούτοις, ενδέχεται να λήξει προτού ακόμη δοθεί η δυνατότητα στον καταναλωτή να λάβει γνώση του καταχρηστικού χαρακτήρα ρήτρας η οποία περιέχεται στη σύμβαση αυτή". Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί, συνεπώς, να διασφαλίσει αποτελεσματική προστασία στον καταναλωτή, κρίνει το ΔΕΕ.
"Υπό τις συνθήκες αυτές, ο περιορισμός της προστασίας που παρέχεται στον καταναλωτή μόνον κατά τη διάρκεια εκτελέσεως της επίμαχης συμβάσεως δεν συμβιβάζεται με το σύστημα προστασίας που θεσπίζει η οδηγία αυτή. Η αρχή της αποτελεσματικότητας δεν επιτρέπει, συνεπώς, να υπόκειται η άσκηση αγωγής για την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων σε τριετή προθεσμία παραγραφής, η οποία αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία λύσεως της επίμαχης συμβάσεως, ανεξαρτήτως εάν ο καταναλωτής γνώριζε ή μπορούσε ευλόγως να γνωρίζει, κατά την ημερομηνία αυτή, τον καταχρηστικό χαρακτήρα ρήτρας της συμβάσεως αυτής.
Όσον αφορά την αρχή της ισοδυναμίας, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι "η τήρηση της αρχής αυτής προϋποθέτει ότι ο επίμαχος εθνικός κανόνας εφαρμόζεται αδιακρίτως τόσο στα ένδικα βοηθήματα που στηρίζονται σε παραβίαση του δικαίου της Ένωσης όσο και σε εκείνα που στηρίζονται σε μη τήρηση του εσωτερικού δικαίου και έχουν παρεμφερές αντικείμενο και παρεμφερή αιτία".
"Συναφώς, η αρχή αυτή αντιτίθεται σε ερμηνεία της εθνικής νομοθεσίας κατά τρόπο ώστε η προθεσμία παραγραφής στην περίπτωση αγωγής για την επιστροφή των ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως βάσει καταχρηστικής ρήτρας αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία πλήρους εκτελέσεως της συμβάσεως, ενώ η ίδια προθεσμία αρχίζει να τρέχει, στην περίπτωση παρόμοιας αγωγής του εσωτερικού δικαίου, από την ημερομηνία δικαστικής διαπιστώσεως της αιτίας στην οποία στηρίζεται η αγωγή", κρίνει το ΔΕΕ.
Το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η οδηγία 93/13 "δεν αντιτίθενται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει μεν το απαράγραπτο αγωγής με αίτημα να διαπιστωθεί η ακυρότητα καταχρηστικής ρήτρας περιεχόμενης σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, αλλά υπαγάγει σε ορισμένη προθεσμία παραγραφής την άσκηση αγωγής για τη δικαστική επιδίωξη των αποτελεσμάτων της διαπιστώσεως αυτής με επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων".
"Ωστόσο, η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που αφορά παρόμοια ένδικα βοηθήματα της εσωτερικής έννομης τάξης, ούτε να καθιστά πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει η έννομη τάξη της Ένωσης", αναφέρει.
"Η επίμαχη οδηγία καθώς και οι αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας αντιτίθενται σε ερμηνεία της εθνικής νομοθεσίας, από τα εθνικά δικαστήρια, κατά την οποία η τριετής προθεσμία παραγραφής αγωγής για την επιστροφή των ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως βάσει καταχρηστικής ρήτρας αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία πλήρους εκτελέσεως της συμβάσεως αυτής, όταν τεκμαίρεται, χωρίς να χρειάζεται επαλήθευση, ότι, κατά την ημερομηνία αυτή, ο καταναλωτής γνώριζε ή θα έπρεπε να γνωρίζει τον καταχρηστικό χαρακτήρα της επίμαχης ρήτρας ή όταν, στην περίπτωση παρόμοιων αγωγών του εσωτερικού δικαίου, η ίδια προθεσμία αρχίζει να τρέχει μόνον από τη δικαστική διαπίστωση της αιτίας στην οποία στηρίζονται οι αγωγές αυτές", καταλήγει το ΔΕΕ.
ΑΠΟ ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις