Ο πρώην πρωθυπουργός, Κώστας Σημίτης, έφυγε από τη ζωή το πρωί της Κυριακής σε ηλικία 88 ετών. Η απώλειά του βυθίζει στο πένθος την ελληνική πολιτική, αφού το σημάδι που άφησε στην σύγχρονη πορεία της χώρας παραμένει ανεξίτηλο.
Η κηδεία του θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Πέμπτη, στις 12:00 στη Μητρόπολη Αθηνών, και θα πραγματοποιηθεί όπως ανακοίνωσε η κυβέρνηση δημοσία δαπάνη, ενώ παράλληλα θα κηρυχθεί τετραήμερο εθνικό πένθος.
Η πορεία του Κώστα Σημίτη στον διάβα των δεκαετιών, από το 1936 που γεννήθηκε, έως το 2025 που απεβίωσε, μπορεί να ταυτιστεί με αυτή της σύγχρονης ιστορίας της χώρας, αφού ο ίδιος από ένα σημείο και ύστερα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην χάραξη της πορείας της Ελλάδας. Σε αυτή την πλούσια από εμπειρία πορεία, υπάρχουν πολλές στιγμές οι οποίες ξεχωρίζουν και αποτέλεσαν ορόσημα των τελευταίων δεκαετιών.
Η σύγκρουση με τον Ανδρέα Παπανδρέου
Αμέσως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑ.ΣΟ.Κ, τον Οκτώβριο του 1981, με τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης, κλήθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου να αναλάβει:
υπουργός Γεωργίας, από το 1981 ως το 1985, όπου και εξασφάλισε την επιτυχή ένταξη της ελληνικής γεωργίας στην ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική, καθώς και τον πολλαπλασιασμό των ενισχύσεων,
υπουργός Εθνικής Οικονομίας, από το 1985 ως το 1987, όπου και εφάρμοσε το πρώτο αυστηρό πρόγραμμα σταθεροποίησης, με ιδιαίτερα θετική επίπτωση στις μακροοικονομικές ανισορροπίες,
υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κατά τη διάρκεια της οικουμενικής κυβέρνησης, υπό την προεδρία του καθηγητή Ξενοφώντα Ζολώτα (Νοέμβριος 1989 - Φεβρουάριος 1990),
υπουργός Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και υπουργός Εμπορίου ταυτόχρονα, από το 1993 ως το 1995. Κατά το διάστημα αυτό έθεσε το πλαίσιο μιας μακροχρόνιας πολιτικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Η προσήλωσή του στις μεταρρυθμίσεις συχνά τον έφερε σε αντιπαράθεση με τον Ανδρέα Παπανδρέου, γεγονός που οδήγησε σε προσωρινή απομάκρυνσή του από την κυβέρνηση αλλά και νωρίτερα από θέσεις στο ΠΑΣΟΚ.
Το 1979 αναγκάστηκε σε παραίτηση από το Εκτελεστικό Γραφείο έπειτα από σχετικές διαρροές προερχόμενες από τον ίδιο τον Παπανδρέου εξαιτίας ενός φυλλαδίου που έγραφε το σύνθημα «Ναι στην Ευρώπη των λαών».
Δύο χρόνια μετά, στην πρώτη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981, ο Κώστας Σημίτης δεν ήταν υποψήφιος βουλευτής, με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής και σε αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις του Ανδρέα.
Στη συνέχεια, ο Παπανδρέου του πρότεινε να μετάσχει στο ευρωψηφοδέλτιο. Ο Σημίτης εξηγεί γιατί δεν δέχτηκε: «Με ενόχλησε η εντύπωση που ήθελε να δημιουργήσει, ότι ζητούσα από το ΠαΣοΚ να μου εξασφαλίσει μια «σταδιοδρομία». Την είχα πετύχει μόνος μου και δεν χρειαζόμουν κανένα πόστο».
Με τον Ανδρέα Παπανδρέου
Το 1987 παραιτήθηκε από υπουργός Οικονομίας επειδή ο Παπανδρέου ανέτρεψε το πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας που ο Σημίτης ζήτησε να εφαρμοστεί, καθώς «τον είχε πείσει ο Κουτσόγιωργας ότι θα του κόστιζε ψήφους στις εκλογές».
Το 1995, ο Κώστας Σημίτης παραιτήθηκε από υπουργός Βιομηχανίας όταν δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να διεκδικήσει την προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε δηλώσεις μιλώντας για ανύπαρκτο ουσιαστικό έργο στο υπουργείο του.
Το εκρηκτικό συνέδριο του 1996
Στις 18 Ιανουαρίου 1996, μετά την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου από την πρωθυπουργία, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ συνεδρίασε για την εκλογή νέου πρωθυπουργού. Σε μια θυελλώδη διαδικασία, ο Κώστας Σημίτης αναδείχθηκε νέος πρωθυπουργός, επικρατώντας του Άκη Τσοχατζόπουλου στον δεύτερο γύρο της ψηφοφορίας.
Στις 30 Ιουνίου 1996, λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Κώστας Σημίτης εξελέγη πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στο 4ο Συνέδριο του κόμματος.
Το Συνέδριο του 1996 υπήρξε, από άποψη ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης, το σημαντικότερο απ’ όσα είχαν προηγηθεί. Κυρίως επειδή υπήρχε ένα πολιτικό διακύβευμα: Ποια πολιτική θα ακολουθούσε το ΠΑΣΟΚ στο εξής; Θα επικρατούσαν όσοι υποστήριζαν την αλλαγή της μέχρι τότε πολιτικής ή τα παραδοσιακά στελέχη, το κατεστημένο του κόμματος;
Με την ηγεσία του κόμματος να βρίσκεται στον αέρα, ο Άκης Τσοχατζόπουλος, που είχε ηττηθεί στις εσωκομματικές διαδικασίες για την πρωθυπουργία, διεκδίκησε εκ νέου την ηγεσία. O Kώστας Λαλιώτης, τότε, είχε προτείνει «να προχωρήσετε στη λυτρωτική πράξη για όλο το ΠΑΣΟΚ, σε ένα διδυμο: Εσύ αγαπητέ Κώστα, ως πρωθυπουργός της χώρας και εσύ αγαπητέ Άκη ως πρόεδρος του Κινήματος. Αυτό είναι το δίδυμο».
Ωστόσο, ο Κώστας Σημίτης ήταν κατηγορηματικός: «Διαρχίες, ή πολλές και διαφορετικές γλώσσες κυβέρνησης και κόμματος, μου ήταν κάτι αδιανόητο», ανέφερε αργότερα στο βιβλίο του «Δρόμοι Ζωής».
Στο Συνέδριο του Ολυμπιακού Σταδίου, με τη συμμετοχή 5.000 συνέδρων, το κλίμα ήταν τεταμένο. Η αίθουσα «έβραζε», καθώς το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν σε σταυροδρόμι. Θα επικρατούσαν οι δυνάμεις του εκσυγχρονισμού ή τα παραδοσιακά στελέχη που εκπροσωπούσαν το κομματικό κατεστημένο;
Ο Σημίτης έθεσε το δίλημμα ξεκάθαρα: «Εάν δεν εκλεγώ πρόεδρος, θα παραιτηθώ και από πρωθυπουργός». Με αυτήν τη δήλωση έθεσε το πολιτικό του μέλλον σε κίνδυνο, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις, αλλά και συσπειρώνοντας τους υποστηρικτές του.
Στο ίδιο βιβλίο ο Σημίτης εξήγησε για εκείνες τις ημέρες: «Αναγκαίο βήμα μετά την εκλογή μου ως πρωθυπουργού τον Ιανουάριο του 1996 ήταν η συμμετοχή μου στην καθοδήγηση του κόμματος. Εάν το κόμμα δεν στήριζε την κυβερνητική πολιτική, θα ήταν αδύνατη η εφαρμογή της, αλλά και η αποδοχή της από την κοινή γνώμη Πρόεδρος του κόμματος παρέμενε ο Ανδρέας και, μαζί με αυτόν, λειτουργούσαν ως ηγετικός πυρήνας όλα τα πρόσωπα που κυβερνούσαν τα προηγούμενα χρόνια.
Αυτό το πλέγμα στελεχών δεν ήταν σε καμία περίπτωση διατεθειμένο ούτε να χάσει θέσεις-κλειδιά, ούτε να αποδεχθεί περιορισμούς της εξουσίας του. Κατά την επιλογή της νέας κυβέρνησης ήμουν ιδιαίτερα προσεκτικός. Δεν άκουσα όσους με συμβούλευαν να απομακρύνω από την κυβέρνηση σχεδόν όλους όσοι ανήκαν στο έως τότε σύστημα εξουσίας του ΠΑΣΟΚ.
Οι συνεργάτες μου με διαβεβαίωναν ότι ο θάνατος του Ανδρέα είχε αλλάξει τα δεδομένα. Να θέσω με σαφήνεια το δίλημμα στο οποίο έπρεπε να απαντήσουν οι σύνεδροι: Ήθελαν μία και αποτελεσματική κυβέρνηση, ή διάφορους πόλους εξουσίας που θα υπονόμευαν ο ένας τον άλλο; Αν επέλεγαν το πρώτο, που ήταν και η καθαρή λύση, ήμουν διατεθειμένος να συνεχίσω. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπέβαλλα αμέσως την παραίτησή μου. Διαρχίες, ή πολλές και διαφορετικές γλώσσες κυβέρνησης και κόμματος, μου ήταν κάτι αδιανόητο».
Τα Ίμια
Από τις 25 Δεκεμβρίου του 1996, με αφορμή ένα ναυτικό ατύχημα, είχε αρχίσει να εξελίσσεται η κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Τη Δευτέρα 29 Ιανουαρίου η Άγκυρα δήλωσε ότι τα Ίμια ανήκουν στην Τουρκία και μια τουρκική φρεγάτα πλησίασε τις βραχονησίδες. «Την Τρίτη 30.1 το πρωί συγκαλώ τα αρμόδια για το θέμα μέλη της Κυβερνητικής Επιτροπής (…) Την ίδια ημέρα η ΕΥΠ ενημερώνει το ΓΕΝ ότι εντοπίστηκε σήμα από τουρκική πηγή προς τουρκικό πλοίο στην περιοχή με οδηγία να φωτογραφηθεί και αν βιντεοσκοπηθεί μια νησίδα των Ιμίων. Πρόκειται για εκείνη που στη συνέχεια θα καταληφθεί από τους Τούρκους».
Το απόγευμα της Τρίτης συνεχίζεται στη Βουλή η συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, οι πληροφορίες λένε ότι ο τουρκικός στόλος βγήκε από τα Δαρδανέλια, και ο Μπιλ Κλίντον καλεί τον Έλληνα Πρωθυπουργό. «Ο πρόεδρος Κλίντον με πληροφορεί ότι ανησυχεί μήπως η κρίση στα Ίμια οδηγήσει σε θερμό επεισόδιο μεταξύ των δύο χωρών και συμβουλεύει να πάρουμε τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποφευχθεί μια πολεμική σύγκρουση. Από τη συνομιλία μας σχημάτισα την εντύπωση ότι η ενημέρωσή του ήταν ελλιπής (…) Του απάντησα ότι Ίμια ανήκουν στην Ελλάδα» είχε δηλώσει ο Κώστας Σημίτης.
Μετά τη λήξη της κοινοβουλευτικής συζήτησης πραγματοποιήθηκε και δεύτερη σύσκεψη της Κυβερνητικής Επιτροπής. Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ κ. Λυμπέρης έχει απλώσει τους χάρτες πάνω στο τραπέζι και υποστηρίζει ότι η Ελλάδα έχει εκεί «τη μεγαλύτερη δύναμη» και ότι η Τουρκία κάνει κινήσεις τακτικής. Ο Σημίτης ρώτησε τον Λυμπέρη αν φυλάσσεται η δεύτερη βραχονησίδα, «μου απάντησε χωρίς δισταγμό ότι βεβαίως και φυλάσσεται». «Συμφωνούμε όλοι ότι πρέπει να απευθυνθούμε στις ΗΠΑ, επειδή είναι η μόνη χώρα που μπορεί να επηρεάσει αποφασιστικά την τουρκική στάση. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος ανέλαβε να μιλήσει με τον Χόλμπρουκ, όταν η Άγκυρα ανακοίνωσε ότι Τούρκοι κομάντος κατέλαβαν την μία από τις δύο νησίδες. Ο Λυμπέρης το διέψευδε, αλλά το επιβεβαίωναν οι Αμερικανοί. Ζητήθηκε η βοήθεια των ΗΠΑ για απεμπλοκή. Πολύ αργότερα ο Σημίτης ενημερώθηκε για την πτώση του ελικοπτέρου και τα τρία νεκρά μέλη του.
Την Τετάρτη ενημέρωσε τη Βουλή και ευχαρίστησε τους Αμερικανούς για τη συμβολή τους, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων ακόμα και από ένα κομμάτι του ΠΑΣΟΚ που αμφισβήτησε την ικανότητα της κυβέρνησης να χειρίζεται τα εθνικά θέματα.
Η είσοδος στο ευρώ
Στις 19 Ιουνίου 2000 στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Σάντα Μαρία ντα Φέιρα, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του ευρωπαϊκού νομίσματος Ευρώ από την Ελλάδα.
Ο Κώστας Σημίτης, στη δεύτερη περίοδο της πρωθυπουργίας του (2000-2003), ήταν και τα πρώτα χρόνια της Ελλάδας στο ευρώ. Την 1η Ιανουαρίου 2002 τα τραπεζογραμμάτια και τα κέρματα ευρώ τέθηκαν σε κυκλοφορία ταυτόχρονα με τις υπόλοιπες 11 χώρες.
Τα οφέλη από την ένταξη στο ευρώ έγιναν αισθητά τα πρώτα αυτά χρόνια. Επίσης σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι επενδύσεις για την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα. Η ένταξη στο ευρώ έφερε μαζί με το νέο νόμισμα αυξημένη αξιοπιστία αλλά και σημαντικούς περιορισμούς στη μακροοικονομική πολιτική της χώρας. Η νομισματική πολιτική είναι πλέον αποκλειστική ευθύνη της ΕΚΤ. Η δημοσιονομική πολιτική όφειλε να τηρεί της δεσμεύσεις του Συμφώνου Σταθερότητας για χαμηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και μειούμενο δημόσιο χρέος.
Ο αείμνηστος Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και Πρωθυπουργός κλήθηκε πολλές φορές μετά την απομάκρυνσή του από τα πολιτικά πράγματα να απαντήσει σε ένα ερώτημα: «Ήταν η Ελλάδα έτοιμη για το ευρώ;».
Στο βιβλίο του «Ο εκτροχιασμός» (εκδ. Πόλις, 2012), αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η Ελλάδα αποδύθηκε σε μια τιτάνια προσπάθεια για την ικανοποίηση των κριτηρίων σύγκλισης. Χρησιμοποίησε όλα τα διαθέσιμα δώρα: δημοσιονομική πολιτική, νομισματική πολιτική, εισοδηματική πολιτική, αποκρατικοποιήσεις τραπεζών και δημοσίων επιχειρήσεων. Με όποιον τρόπο και αν μετρηθούν οι δημοσιονομικές επιδόσεις (ταμειακό ή εθνικολογιστικό), το κρατικό έλλειμμα μειώθηκε κατά δέκα εκατοστιαίες μονάδες, από το 12,5% του ΑΕΠ το 1993, σε 2,5% το 1999, έτος με τα οικονομικά στοιχεία του οποίου ελήφθη η απόφαση συμμετοχής της Ελλάδας στην ευρωζώνη.
Παρόμοια θετική εξέλιξη είχαν και τα λοιπά μεγέθη που συγκροτούν τα κριτήρια ονομαστικής σύγκλισης (πληθωρισμός, μακροχρόνια επιτόκια, δημόσιο χρέος συναλλαγματική ισοτιμία). Η απόφαση της ένταξης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Santa Maria de Feira τον Ιούνιο του 2000 ελήφθη έπειτα από εξονυχιστικό έλεγχο των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή και τις αντίστοιχες γνωματεύσεις τους».
ΠΗΓΗ: Πρώτο Θέμα
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Μαστίζει η φτώχεια στην ΕΕ: «Άγγιξε» τα 71,7 εκατομμύρια - Τι ισχύει για την Κύπρο
• Έμπλεξε 20χρονος: «Ξάφρισε» σχολικές καντίνες αλλά έκλεψε και μοτοσικλέτα - Του πέρασαν χειροπέδες
• Εορτολόγιο 7 Ιανουαρίου: Μεγάλη εορτή σήμερα - Ποιοι γιορτάζουν
• Καιρός: Που και πότε αναμένεται να βρέχει - Αναλυτικά η πρόγνωση μέχρι την Παρασκευή
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις