Το δικαστήριο καταδίκασε το πρόγραμμα της Μάλτας για την καθιέρωση, όπως το χαρακτήρισε, «μιας συναλλακτικής διαδικασίας πολιτογράφησης με αντάλλαγμα προκαθορισμένες πληρωμές ή επενδύσεις».
Η προσέγγιση αυτή, σύμφωνα με την απόφαση, «ισοδυναμεί με την εμπορική εκμετάλλευση της χορήγησης της ιθαγένειας ενός κράτους μέλους, και κατ' επέκταση της ιθαγένειας της Ένωσης».
Σημειώνεται ότι η Επιτροπή υποστήριξε με επιτυχία ότι, «θεσπίζοντας και λειτουργώντας ένα θεσμοθετημένο επενδυτικό σύστημα ιθαγένειας, η Μάλτα παραβίασε το δίκαιο της ΕΕ, καθώς υπονομεύει την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας και την έννοια της ιθαγένειας της Ένωσης».
Από την άλλη, η Μάλτα υπερασπίστηκε το πρόγραμμά της για λόγους εθνικής κυριαρχίας, υποστηρίζοντας ότι «η χορήγηση ιθαγένειας αποτελεί ζήτημα εθνικής αρμοδιότητας, το οποίο υποστηρίζεται από το διεθνές δίκαιο και τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Το ΔΕΚ διαπίστωσε ότι η Μάλτα «παρέλειψε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 20 ΣΛΕΕ και το άρθρο 43 ΣΕΕ». Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα Άντονι Μ. Κόλινς τον Οκτώβριο του 2024, με τις οποίες συνέστησε την απόρριψη της προσφυγής της Επιτροπής. Το δικαστήριο καταδίκασε τη Μάλτα στα δικαστικά έξοδα.
Έτσι, η απόφαση υποχρεώνει τη Μάλτα να τερματίσει πλήρως το πρόγραμμα ιθαγένειας μέσω επενδύσεων, εκπληρώνοντας το αρχικό αίτημα της Επιτροπής όταν απέστειλε για πρώτη φορά επίσημη ειδοποίηση στη Μάλτα τον Οκτώβριο του 2020.
Η απόφαση περιορίζει τη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών σε θέματα ιθαγένειας, όταν αυτά επηρεάζουν τη συλλογική αξία της ιθαγένειας της ΕΕ. Και έχει επίσης σημαντικές επιπτώσεις στη μετανάστευση επενδύσεων σε όλη την Ευρώπη.
Η ιθαγένεια της ΕΕ παρέχει αυτομάτως δικαιώματα ελεύθερης κυκλοφορίας, πρόσβασης στην εσωτερική αγορά και δικαίωμα ψήφου στις ευρωπαϊκές εκλογές -προνόμια που, σύμφωνα με το δικαστήριο, απαιτούν περισσότερα από απλά οικονομικά μέσα.
Η απόφαση δημιουργεί νομικό προηγούμενο ότι τα προγράμματα ιθαγένειας που βασίζονται σε επενδύσεις δεν μπορούν να λειτουργήσουν εντός του νομικού πλαισίου της ΕΕ χωρίς να δημιουργούνται ουσιαστικοί δεσμοί μεταξύ των αιτούντων και του κράτους πολιτογράφησης. Ενώ φαίνεται ότι ξεκαθαρίζει την ισορροπία μεταξύ της εποπτείας της ΕΕ και της εθνικής κυριαρχίας σε θέματα ιθαγένειας.
ΠΗΓΗ: Liberal.gr