Τονίζει την ανάγκη για ευαισθητοποίηση και θεσμική θωράκιση των γυναικών που αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης στην καθημερινότητά τους και την επαγγελματική εξέλιξη.
Όπως ανέφερε, «Το θέμα της εμμηνόπαυση είναι εξαιρετικά σοβαρό καθότι οι στατιστικές δεικνύουν ότι οι επιπτώσεις από την εμμηνόπαυση ταλανίζουν περίπου 50% των γυναικών της Κύπρου άνω των 51 ετών (σε μερικές περιπτώσεις η εμμηνόπαυση μπορεί να ξεκινήσει και πολύ πιο νωρίς).»
Η κ. Ορφανίδου ανέφερε επίσης ότι έχει ενημερωθεί από την Οργάνωση για τις Γυναίκες της Ευρώπης (AIPFE) σχετικά με τις δράσεις που υλοποιούν για την ευαισθητοποίηση του πληθυσμού σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών που βρίσκονται σε εμμηνόπαυση και πώς αυτό επηρεάζει την καθημερινότητά τους.
«Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, στα πλαίσια του κοινοβουλευτικού ελέγχου απέστειλα ερώτηση/επιστολή προς τους αρμόδιους Υπουργούς Εργασίας και Υγείας, ώστε να ενημερωθούμε για την πολιτική κατεύθυνση της κυβέρνησης σχετικά με τα ζητήματα της εμμηνόπαυσης» πρόσθεσε.
«Κατέθεσα ερωτήματα αναφορικά με τις πολιτικές που προωθούνται για αυτά τα ζητήματα, ποια τα δικαιώματα των γυναικών στους χώρους εργασίας, κατά πόσο είναι ενήμεροι ή έχουν γίνει εκπαιδεύσεις στους εργοδότες και συναδέλφους τους για τις σοβαρές επιπτώσεις που μπορεί να έχει σε μια γυναίκα η εμμηνόπαυση. Επίσης, κατά πόσο συμπεριλαμβάνεται στην άδεια ασθενείας που δικαιούται να λάβει μια γυναίκα ως λόγος και τι πολιτικές υπάρχουν για την αντιμετώπιση θεμάτων υγείας ως συνέπεια της εμμηνόπαυσης, όπως αυτά που αφορούν τα κόκκαλα (οστά), το μυαλό και την καρδιά».
Η ίδια τόνισε πως «Είναι ένα θέμα που δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουμε με ελαφρότητα. Εξακολουθεί να είναι ένα ταμπού στην Κύπρο και αυτό πρέπει να αλλάξει. Είναι καιρός να μιλήσουμε ανοιχτά για αυτά τα ζητήματα και να ενισχύσουμε τα δικαιώματα των γυναικών σε θέματα υγείας και εργασίας.»
Η παρέμβαση της κ. Ορφανίδου έρχεται σε μια συγκυρία όπου η ανάγκη για ισότιμες και δίκαιες συνθήκες εργασίας για τις γυναίκες σε όλες τις φάσεις της ζωής τους γίνεται όλο και πιο επιτακτική, υπογραμμίζοντας πως η πολιτεία και οι εργοδότες οφείλουν να αναγνωρίσουν τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών που διανύουν την περίοδο της εμμηνόπαυσης και να προωθήσουν πολιτικές ουσιαστικής στήριξης και ευαισθητοποίησης.