Σύμφωνα με τη σχετική επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο βασικός λόγος της αναπομπής του νόμου έγκειται στην υποχρεωτική κατάθεση εγγυητικής επιστολής εκ μέρους του προσφεύγοντα, το ύψος της οποίας θα καθορίζεται από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, ως προϋπόθεσης για να δίδεται το προσωρινό μέτρο από την Αρχή, στο πλαίσιο άσκησης προσφυγής επί διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης.
Στην αρχική της τοποθέτηση κατά τη διάρκεια της συζήτησης, η Bουλευτής του ΔΗΣΥ, Φωτεινή Τσιρίδου, ανέφερε ότι ο νόμος προβλέπει κάποιες ασφαλιστικές δικλείδες, σε περίπτωση που μια δημόσια σύμβαση υπόκειται σε προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών και πριν να παγοποιηθεί ένα έργο να μπαίνει μια μορφή εγγύησης.
Προσέθεσε ότι σε συνεργασία με το Γενικό Λογιστήριο και τη Νομική Υπηρεσία απλοποιήθηκε η διαδικασία σε ό,τι αφορά τον τρόπο που θα υπολογίζεται η εγγύηση, η οποία θα αντιστοιχεί σε ποσοστό 1% επί της αξίας του έργου σε ό,τι αφορά έργα, ενώ για άλλης μορφής σύμβαση, όπως στον τομέα της τεχνολογίας, προβλέπεται συγκεκριμένο ποσό (€10.000) με την εισήγηση του Γενικού Λογιστηρίου, το οποίο θα επιστρέφεται, ενώ προβλέπεται και ο τρόπος της επιστροφής στον προσφεύγοντα.
Από την πλευρά τους, οι εκπρόσωποι της Νομικής Υπηρεσίας ανέφεραν σχετικά με τους λόγους αναπομπής ότι δεν υπήρχε προβλεψιμότητα, καθώς ο νόμος μιλούσε γενικά και αόριστα περί παροχή εγγύησης, προκαλώντας ασάφεια που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ότι θέτει πρόσκομμα ως προς την πρόσβαση στη δικαιοσύνη.
Προσέθεσαν ότι πρόκειται για διατάξεις που δοκιμάζονται, με την προσπάθεια να επικεντρώνεται στην συμπερίληψη ασφαλιστικών δικλείδων που θα επιτρέψουν να υποστηριχθεί η νομιμότητα της πρόνοιας ενώπιον δικαστηρίων.
Εξέφρασαν παράλληλα ανησυχία για το ύψος του ποσού της εγγυητικής (1% επί της σύμβασης) και κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί απαγορευτικό, εισηγούμενοι άτυπα ποσοστό 0,5%.
Οι εκπρόσωποι του Γενικού Λογιστηρίου είπαν σχετικά με το ποσό ότι δεν υπάρχει τραπεζική εγγυητική άρα και κόστος έκδοσης και παρακράτησης, συνεπώς το ποσοστό του 1% δεν επηρεάζει κάποιον να παράσχει μια προσωπική εγγυητική, ενώ βοηθά στην αντιμετώπιση μιας αδυναμία της οδηγίας.
Προσέθεσε ότι η εγγυητική θα εκπίπτει μόνο σε περίπτωση που επικυρωθεί η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών.
Από την πλευρά των μελών της επιτροπής, ο Bουλευτής του Κινήματος Οικολόγων, Χαράλαμπος Θεοπέμπτου, εξέφρασε αρνητική θέση επί του νέου κειμένου, ενώ ο μεμονωμένος σοσιαλιστής Βουλευτής, Κωστής Ευσταθίου, εξέφρασε επιφυλάξεις κατά τα πόσο το ποσοστό του 1% είναι υπερβολικό.
Καταλήγοντας, ο Πρόεδρος της Επιτροπής, Νίκος Τορναρίτης, είπε ότι οι λόγοι αναπομπής γίνονται αποδεκτοί και θα ακολουθήσει τροποποίηση του κειμένου.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ