Η επίμαχη κανονιστική διοικητική πράξη (ΚΔΠ 406/2011) της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (ΕΚΚ) περί Μεθόδων Χειραγώγησης της Αγοράς έχει ήδη καταργηθεί και αντικατασταθεί από το αρμόδιο όργανο, μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο γεγονότων που αποτέλεσαν κοινό υπόβαθρο, και δεν παραμένει οτιδήποτε άλλο προς άσκηση “παρεμπίπτοντος ελέγχου”.
Αυτό αναφέρει το Ανώτατο Δικαστήριο στην ομόφωνη απόφαση του που εξέδωσε σήμερα σε σχέση με το νομικό ερώτημα που παραπέμφθηκε ενώπιον του από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας μετά από αίτημα της πλευράς της υπεράσπισης στην πρώτη ποινική υπόθεση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και πρώην ανώτατων στελεχών της, που αφορά στην κατηγορία της χειραγώγησης της αγοράς.
Το Ανώτατο είχε κληθεί να απαντήσει στο ερώτημα “κατά πόσο το Κακουργιοδικείο δικαιούται και οφείλει να ασκήσει παρεμπίπτοντα έλεγχο αναφορικά με τη νομιμότητα και ή εγκυρότητα της ΚΔΠ 406/2011” ως επίσης στην περίπτωση που το ερώτημα απαντηθεί καταφατικά “ποία είναι η έκταση και τα όρια τέτοιου παρεμπίπτοντος ελέγχου από το Κακουργιοδικείο και αν διαφέρουν ή είναι τα ίδια με τον έλεγχο που θα διενεργούσε ένα Διοικητικό Δικαστήριο;”
Το Δικαστήριο στην απόφαση του σημειώνει ότι η παραπομπή νομικών ερωτημάτων προς κρίση από το Ανώτατο πρέπει να γίνεται με φειδώ προς αποφυγή πολλαπλότητας διαδικασιών, σημειώνοντας ότι “εν προκειμένω, δεν επιδείχθηκε η απαιτούμενη φειδώ”.
Αναφέρει, επίσης, ότι “το ζήτημα είχε αποφασιστεί προηγουμένως στα πλαίσια του εκ πρώτης όψεως υπόθεσης”, προσθέτοντας ότι “υπ` αυτές τις περιστάσεις κρίνουμε ότι δεν χωρούσε αποδοχή του αιτήματος για επιφύλαξη νομικών ερωτημάτων”.
“Αλλά στρεφόμενοι εν πάση περιπτώσει και επί της ουσίας διαπιστώνουμε ότι η όλη επιχειρηματολογία βασίστηκε σε νομολογία που αφορά είτε στον παρεμπίπτοντα έλεγχο ατομικών διοικητικών πράξεων είτε στον έλεγχο του κατά πόσον ένας, εν ισχύι, κανονισμός δεν πρέπει να τύχει εφαρμογής από το ποινικό δικαστήριο επειδή είναι αντισυνταγματικός ή εκδόθηκε καθ` υπέρβαση εξουσίας”.
“Εν προκειμένω, όμως, ο επίμαχος κανονισμός “έχει ήδη καταργηθεί και αντικατασταθεί από το αρμόδιο όργανο, μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο γεγονότων που αποτέλεσαν κοινό υπόβαθρο”, και δεν παραμένει οτιδήποτε άλλο προς άσκηση “παρεμπίπτοντος ελέγχου”.
Το Ανώτατο αναφέρει, επίσης, ότι το ζήτημα των συνεπειών που προκύπτουν από την κατάργηση του κανονισμού, πάνω στον οποίο εδράζεται η κατηγορία της χειραγώγησης της αγοράς, δεν έχει την έννοια του “παρεμπίπτοντος ελέγχου” ατομικής διοικητικής πράξης, ούτε την έννοια της μη εφαρμογής ισχύοντος Κανονισμού λόγω αντισυνταγματικότητας ή ulta vires.
Υπό το φως των ανωτέρω, σημειώνει το Δικαστήριο, η παρούσα δεν είναι περίπτωση που χωρεί γνωμάτευση από το Ανώτατο Δικαστήριο σε σχέση με τα νομικά ερωτήματα που παραπέμφθηκαν.
Η εκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας αναβλήθηκε χθες εκ νέου και επαναορίστηκε για τις 4 Νοεμβρίου στις 1030 το πρωί εν αναμονή της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Στην υπόθεση, εκτός από την Τράπεζα Κύπρου, ως νομικό πρόσωπο, κατηγορούμενοι είναι οι πρώην αξιωματούχοι της Τράπεζας Θεόδωρος Αριστοδήμου, Αντρέας Αρτέμη, Ανδρέας Ηλιάδη, Γιάννης Κυπρή και Γιάννης Πεχλιβανίδης.
Σε περίπτωση που καταδεικνύετο πως η ΚΔΠ της ΕΚΚ πάσχει εγκυρότητας, τότε οι κατηγορούμενοι Αντρέας Αρτέμη, Γιάννης Πεχλιβανίδης και Γιάννης Κυπρή αθωώνονταν εξ ολοκλήρου αφού δεν είχαν κληθεί σε απολογία για άλλες κατηγορίες.
«Υπό αυτά τα δεδομένα κρίνουμε ότι η επίλυση του εγειρόμενου νομικού ζητήματος θα είναι κρίσιμη και καθοριστική για την απόφανση συγκεκριμένης πτυχής της παρούσας υπόθεσης και του αποτελέσματος της αναφορικά με τους κατηγορούμενους», είχε δηλώσει η Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Λένα Δημητριάδου.
Υπενθυμίζεται το Μόνιμο Κακουργιοδικείο με απόφαση του στις 27 Απριλίου 2016 έκρινε ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση σε πέντε από τις έξι κατηγορίες εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και των πέντε ανώτατων στελεχών της, καλώντας τους σε απολογία. Το Δικαστήριο είχε απαλλάξει τους κατηγορούμενους από την κατηγορία της συνωμοσίας για την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν έχει καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση.
Το Δικαστήριο κάλεσε τους έξι κατηγορούμενους σε απολογία για τη 2η κατηγορία, δηλαδή αυτή της χειραγώγησης της αγοράς μεταξύ 14/06/2012 και 26/06/2012. Ότι δηλαδή παρέλειψαν να προβούν στις δέουσες ενέργειες έτσι ώστε να εκδοθεί δημόσια ανακοίνωση σημαντικού γεγονότος από την Τράπεζα Κύπρου για σημαντική αύξηση των κεφαλαιουχικών αναγκών της από τα €200 εκ. τα οποία είχε ανακοινώσει στις 10/05/2012.
Η Τράπεζα Κύπρου, ως νομικό πρόσωπο, ο Θεόδωρος Αριστοδήμου και ο Ανδρέας Ηλιάδης καλούνται σε απολογία για τις κατηγορίες 3 και 4 ότι κατά την Ετήσια Γενική Συνέλευση της Τράπεζας στις 19/6/2012 διέδωσαν πληροφορίες που έδιναν παραπλανητικές ενδείξεις σε σχέση με τα χρηματοοικονομικά μέσα ενώπιον των μετόχων. Παράλληλα, ο κ. Αριστοδήμου καλείται σε απολογία και για την 5η κατηγορία, ότι δηλαδή κατά την παροχή πληροφορίας στους μετόχους της Τράπεζας απέκρυψε ουσιώδη στοιχεία σχετικά με το κεφαλαιουχικό έλλειμμα της Τράπεζας, ενώ ο κ. Ηλιάδης καλείται σε απολογία και για την 6η κατηγορία που αφορά επίσης απόκρυψη ουσιωδών στοιχείων για το έλλειμμα της Τράπεζας κατά την Ετήσια Γενική Συνέλευση ενώ ήταν Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής της.
Η υπόθεση αυτή καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 19/12/2014 και στις 30 Ιανουαρίου 2015 παραπέμφθηκε ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας. Η εκδίκαση της υπόθεσης στο Κακουργιοδικείο άρχισε στις 27/02/2015.
Αναβολή πήρε χθες και η δεύτερη ποινική υπόθεση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και πρώην ανώτατων στελεχών της που αφορά στην εξαγορά των ελληνικών ομολόγων και την παράλειψη της Τράπεζας να ενημερώσει τους μετόχους για τους κινδύνους, η οποία επαναορίστηκε στις 22 Νοεμβρίου στις 9 το πρωί.
Στη δεύτερη υπόθεση, κατηγορούμενοι είναι η Τράπεζα Κύπρου ως νομικό πρόσωπο και έξι φυσικά πρόσωπα: Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Κυπρή, Αντρέας Αρτέμη, Γεώργιος Γεωργιάδης, Κώστας Σεβέρης, και Κώστας Χατζήπαπας. Όλοι οι κατηγορούμενοι ήταν μέλη της Επιτροπής Διαχείρισης Κινδύνων της Τράπεζας.
Το κατηγορητήριο περιλαμβάνει συνολικά έξι κατηγορίες. Οι τέσσερις, εναντίον και των επτά κατηγορουμένων, αφορούν σε αδικήματα χειραγώγησης της αγοράς σε σχέση με τις επενδύσεις της Τράπεζας Κύπρου σε ελληνικά κρατικά ομόλογα. Οι άλλες δύο κατηγορίες αφορούν μόνο τον Ανδρέα Ηλιάδη για ψευδορκία ενώπιον της ερευνητικής επιτροπής για την οικονομία.
Οπως είναι γνωστό, η υπόθεση βασίζεται στην έκθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για την εξαγορά των ελληνικών ομολόγων από την Τράπεζα Κύπρου και την παράλειψή της να ενημερώσει τους μετόχους για τους κινδύνους της εν λόγω επένδυσης.
Να σημειωθεί ότι οι Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Κυπρή, Αντρέας Αρτέμη και η Τράπεζα Κύπρου είναι κατηγορούμενοι και στην πρώτη ποινική υπόθεση εναντίον της Τράπεζας.
Η 2η ποινική υπόθεση που αφορά την Τράπεζα Κύπρου και πρώην στελέχη της καταχωρήθηκε στις 25/09/2015 και στις 29/10/2015 είχε παραπεμφθεί για εκδίκαση ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας.
Η εκδίκαση αυτής της υπόθεσης δεν έχει αρχίσει μέχρι σήμερα λόγω συνεχών αναβολών που ζητά η πλευρά της υπεράσπισης με το αιτιολογικό ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η δίκη που αφορά την πρώτη ποινική υπόθεση της Τράπεζας Κύπρου και στην οποία εγείρονται παρόμοια θέματα με τη δεύτερη υπόθεση.
ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Χαλασμός Κυρίου στη Λεμεσό: Έντονα καιρικά φαινόμενα και κίτρινη προειδοποίηση - Δείτε βίντεο
• Διακοπή ρεύματος στη Λεμεσό λόγω της κακοκαιρίας - Δείτε τις περιοχές που επηρεάζονται
• Απόλλων-ΑΠΟΕΛ: Τελευταίος έλεγχος στις 19:30
• Στρατιωτική δύναμη του Ισραήλ αναπτύχθηκε σε παραλιακή πόλη Λιβάνου συλλαμβάνοντας έναν άντρα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις