Σύμφωνα με τη Eurostat, αυτό σημαίνει ότι "δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τουλάχιστον τέσσερα από τα ακόλουθα είδη, τα οποία θεωρούνται από τα περισσότερα άτομα ως επιθυμητά ή απαραίτητα για να ζήσουν μια επαρκή ζωή: να πληρώνουν τους λογαριασμούς τους εγκαίρως, να κρατήσουν το σπίτι τους αρκετά ζεστό, να αντιμετωπίζουν απροσδόκητα έξοδα, να τρώνε τακτικά κρέας (ή ψάρι ή ισοδύναμο για χορτοφάγους), να πάνε διακοπές μιας εβδομάδας μακριά από το σπίτι, να αγοράσουν μια τηλεόραση, ένα πλυντήριο, ένα αυτοκίνητο και ένα τηλέφωνο.
Η Eurostat δηλώνει ότι "τα δεδομένα του 2019 αντικατοπτρίζουν τη συνεχιζόμενη πτωτική τάση στο ποσοστό των ατόμων που έχουν υποστεί σοβαρή υστέρηση στην ΕΕ από την κορυφή του 10,2% το 2012".
"Ωστόσο, λόγω του lockdown που εφαρμόστηκε σε όλο τον κόσμο το 2020 για την επιβράδυνση της ταχείας εξάπλωσης του covid19, μπορεί να αναμένεται ότι το 2020 θα ανατραπεί η πτωτική τάση των ατόμων με σοβαρή στέρηση υλικών", προειδοποιεί η Eurostat.
"Επιπλέον, τα άτομα που βρίσκονται ήδη σε αυτήν την κατάσταση μπορεί να δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές και οικονομικές διαταραχές που προκαλούνται από τα μέτρα περιορισμού", λέει η Eurostat.
Ειδικότερα για το 2019 το ποσοστό σοβαρής υλικής στέρησης για νοικοκυριά με μόνο έναν ενήλικα κάτω των 65 ετών και χωρίς εξαρτώμενα παιδιά ήταν 9,4%. Ανερχόταν στο 10,7% για ένα νοικοκυριό που αποτελείται από έναν ενήλικα με παιδιά.
Για νοικοκυριά όπου υπάρχουν δύο ή περισσότεροι ενήλικες, τα ποσοστά είναι σημαντικά χαμηλότερα: 4,4% χωρίς παιδιά και 5,1% με παιδιά.
Το 2019, το ποσοστό σοβαρής υλικής στέρησης στην ΕΕ για άτομα ηλικίας κάτω των 18 ετών ήταν το ίδιο (5,8%) με εκείνο των ατόμων ηλικίας 18-64 ετών. Σε όλα τα προηγούμενα έτη (2010-2018) το ποσοστό για τους νέους ήταν υψηλότερο.
Ανάμεσα στους 27 της ΕΕ, η Βουλγαρία (19,9%), η Ελλάδα (15,9%) και η Ρουμανία (12,6%) κατέγραψαν τα υψηλότερα μερίδια σοβαρής υλικής στέρησης το 2019. Και στις τρεις χώρες, η σοβαρή υλική στέρηση μειώθηκε σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.
Αντίθετα, τα σοβαρά ποσοστά στέρησης υλικών ήταν κάτω από 2,5% στο Λουξεμβούργο (1,3% το 2018), τη Σουηδία (1,6% το 2018), τις Κάτω Χώρες και τη Φινλανδία (και οι δύο 2,4%).
Ακριβώς πάνω από το 2,5% ακολούθησε η Δανία και η Σλοβενία (2,6% και οι δύο), Τσεχία και Γερμανία (και οι δύο 2,7%), καθώς και την Αυστρία (2,8% το 2018).
Από ΚΥΠΕ