Το χαιρετισμό του Προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, και τη βαθύτατη ευγνωμοσύνη του για το έργο που οι απόδημοι επιτελούν για την Κύπρο στις ΗΠΑ μετέφερε προς το 44ο συνέδριο της Κυπριακής Ομοσπονδίας Αμερικής, που πραγματοποιήθηκε χθες στη Νέα Υόρκη, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Νίκος Χριστοδουλίδης.
«Από το 1950 που ιδρύθηκε η Κυπριακή Ομοσπονδία Αμερικής, για 65 ολόκληρα χρόνια, προωθείτε άοκνα το όραμα μιας επανενωμένης Κύπρου, ελεύθερης από παράνομα στρατεύματα κατοχής, στην οποία να διασφαλίζονται τα δικαιώματα και οι ελευθερίες του κυπριακού λαού», είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, τονίζοντας ότι η αποφασιστικότητα των αποδήμων «ενισχύει τις δικές μας προσπάθειές και μας δίνει κουράγιο να συνεχίσουμε παρόλες τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε».
Ο κ. Χριστοδουλίδης ενημέρωσε εκτενώς τους 100 περίπου αντιπροσώπους για τις εξελίξεις στο Κυπριακό. Είπε πως η συμβολή της ομογένειας, σε συνδυασμό με την αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης να επαναπροσανατολίσει την εξωτερική της πολιτική, υπήρξε καθοριστική και στην νέα εποχή που έχουμε εισέλθει στις σχέσεις Κύπρου και Ηνωμένων Πολιτειών.
«Ορόσημο υπήρξε η επίσκεψη του Αντιπροέδρου τον Ηνωμένων Πολιτειών στην Κύπρο τον περασμένο Μάιο, της οποίας ακολούθησαν και άλλες υψηλόβαθμες επισκέψεις οι οποίες καταδεικνύουν το ενδιαφέρον που υπάρχει από πλευράς Ηνωμένων Πολιτειών αλλά και την αναγνώριση του σημαντικού περιφερειακού ρόλου της Κύπρου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η συμβολή σας με έμπρακτο τρόπο στην περαιτέρω ενίσχυση των σχέσεων Κύπρου-Ηνωμένων Πολιτειών και στην άσκηση πιέσεων από πλευράς Ηνωμένων Πολιτειών προς Τουρκία παραμένει απολύτως απαραίτητη».
Ο κ. Χριστοδουλίδης εξήγησε τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση επιδίωξε την υιοθέτηση της Κοινής Διακήρυξη της 11ης Φεβρουαρίου 2014 και την πρώτη φάση της διαπραγματευτικής διαδικασίας, που ακολούθησε, μέσω της προφορικής παράθεσης των θέσεων των δύο πλευρών και στη συνεχεία τη δεύτερη φάση, μέσω της υποβολής των γραπτών θέσεων των πλευρών σε όλα τα κεφάλαια του Κυπριακού και η οποία ολοκληρώθηκε στα τέλη Ιουλίου.
«Είναι ίσως η πρώτη φορά που υποβλήθηκαν προτάσεις σε όλα τα κεφάλαια, αφού η τουρκική πλευρά αρνείτο στο παρελθόν να υποβάλλει προτάσεις και να διαπραγματευτεί κεφάλαια στα οποία θα έπρεπε να `δώσει` », είπε.
Αναφέρθηκε στο διορισμό του κ. Έιντε που έλαβε χώρα σε μία κρίσιμη συγκυρία, καθώς είχαν παρατηρηθεί σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών ως προς τη μεθοδολογία που θα ακολουθείτο στην τρίτη, και πλέον ουσιαστική, φάση της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Αναφέρθηκε επίσης και στη συμφωνία κατά τη διάρκεια της κοινής συνάντησης των ηγετών με τον ειδικό σύμβουλο του ΓΓ του ΟΗΕ, λέγοντας ότι η τρίτη φάση θα επικεντρωνόταν στη γεφύρωση και σμίκρυνση των διαφορών μεταξύ των δύο πλευρών, μέσω της αλληλένδετης διαπραγμάτευσης επί όλων των κεφαλαίων του Κυπριακού, όπως προβλέπεται άλλωστε και στην Κοινή Διακήρυξη.
Η επόμενη φάση θα ξεκινούσε «στις 9 Οκτωβρίου με τη διαπραγμάτευση της πρώτης δέσμης των κεφαλαίων – το κεφάλαιο της Διακυβέρνησης και στοιχεία των κεφαλαίων του περιουσιακού και του εδαφικού - καθώς οι διαβεβαιώσεις που λαμβάναμε από τα Ηνωμένα Έθνη αλλά και από τους εταίρους της Τουρκίας ότι η Τουρκία ήταν έτοιμη να συμβάλει εποικοδομητικά στις προσπάθειες επίτευξης λύσης, είχαν δημιουργήσει βάσιμες ελπίδες και προσδοκίες στην πλευρά μας για επίτευξη προόδου».
Μίλησε για την προκλητική έκδοση από μέρες της Τουρκίας της Ναυτικής Οδηγίας (NAVTEX), έξι μέρες πριν την έναρξη της τρίτης φάσης της διαπραγματευτικής διαδικασίας τις έρευνες του “Μπαρμπαρός» εντός της κυπριακής ΑΟΖ, συνοδεία πολεμικών σκαφών.
«Η ελληνοκυπριακή πλευρά, παρά τη διακηρυγμένη πολιτική της βούληση για επίλυση του Κυπριακού - η οποία δεν χωρά αμφισβήτησης αφού έχει αποδειχθεί εμπράκτως πολλάκις - ανέστειλε τη συμμετοχή της στις συνομιλίες», είπε.
Ανέφερε ότι ο χρόνος που η Τουρκία επέλεξε να προχωρήσει στις νέες προκλήσεις δεν είναι τυχαίος και εγείρει σοβαρά ερωτήματα ως προς τη δέσμευση και τις πραγματικές της προθέσεις, σημειώνοντας ότι οι νέες τουρκικές εχθρικές ενέργειες καμία σχέση δεν έχουν με τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των Τ/κ.
«Η Κυβέρνηση έχει καταστήσει επανειλημμένως σαφές, τόσο προς τους Τουρκοκύπριους όσο και προς την Τουρκία, ότι οι υδρογονάνθρακες στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας ανήκουν στο κράτος και ότι μετά τη λύση από τα έσοδα από την εκμετάλλευση αυτού του φυσικού πλούτου θα επωφεληθούν και οι Τουρκοκύπριοι», επισήμανε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
«Η τουρκική πλευρά απέρριψε σειρά δικών μας προτάσεων προβάλλοντας το επιχείρημα «freeze for freeze», αγνοώντας το γεγονός ότι οι παράνομες της ενέργειες δεν είναι δυνατόν να εξισωθούν με την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη», σημείωσε.
Μίλησε και για το διπλωματικό παρασκήνιο που προηγήθηκε της δημόσιας δήλωσης του Προέδρου Αναστασιάδη, «παρά την έντονη αντίθεση της πλειοψηφίας των πολιτικών κομμάτων», στην οποία ανέφερε ότι «η συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας επί θεμάτων που άπτονται της διαχείρισης και εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου της χώρας προϋποθέτει τη λύση του κυπριακού προβλήματος με βάση τα όσα μέχρι σήμερα έχουν συμφωνηθεί. Επιπλέον, στη δήλωση αναφέρεται ότι όλες οι εκκρεμότητες που δεν έχουν συμφωνηθεί θα μπορούσαν να συζητηθούν κατά το τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων, όταν κατατεθούν οι Χάρτες των εδαφικών αναπροσαρμογών και εφόσον ο διάλογος θα ευρίσκεται στην τελική πορεία λύσης».
Τόνισε ότι η Τουρκία παρά τις διαβεβαιώσεις προς τον ειδικό σύμβουλο εξέδωσε νέα NAVTEX, η οποία λήγει στις 6 Απριλίου.
«Πρέπει να ομολογήσω ότι δυστυχώς δεν είχαμε από όλους τους εταίρους μας την αποφασιστική αντίδραση που αναμέναμε. Και λέω «από όλους» διότι για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Ένωση τοποθετήθηκε με ξεκάθαρο και συλλογικό τρόπο στα συμπεράσματα Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, δηλαδή σε επίπεδο αρχηγών κρατών των 28 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης», υπογράμμισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Σε σχέση με τα επόμενα βήματα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέφερε ότι «κατά την πρόσφατη επίσκεψη του κ. Eide στην Κύπρο, στις 16 Μαρτίου, μεταφέραμε το μήνυμα ότι ενόσω βρίσκεται σε ισχύ η παράνομη τουρκική NAVTEX και το Μπαρμπαρός βρίσκεται στην ΑΟΖ της Κύπρου, η πλευρά μας δεν μπορεί να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Την ίδια στιγμή έχουμε δηλώσει ότι εάν οι συνθήκες που οδήγησαν στην αναστολή των διαπραγματεύσεων, δηλαδή οι τουρκικές παράνομες ενέργειες παύσουν να ισχύουν, εάν το Μπαρμπαρός αποχωρήσει και δεν προχωρήσει στην ανανέωση του NAVTEX χωρίς καμία διασύνδεση με την άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, τότε πλευρά μας θα ήταν έτοιμη να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Μεταφέροντας εκτιμήσεις τρίτων, είπε ότι η Τουρκία δεν προτίθεται να ανανεώσει τη NAVTEX.
“Εμείς αναμένουμε να το δούμε αυτό στην πράξη. Εάν η Τουρκία τερματίσει τη διπλωματία κανονιοφόρων, πιθανώς να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις μετά τις παράνομες εκλογές στα κατεχόμενα τον Απριλίου. Σε αυτή την περίπτωση οι διαπραγματεύσεις θα αρχίσουν ακριβώς στο σημείο που είχαν σταματήσει, χωρίς κανένα χρονοδιάγραμμα ή επιδιαιτησία που απαγορεύονται από την ίδια την Κοινή Διακήρυξη».
Παράλληλα κατέστησε σαφές ότι παραμένει η θέση της κυβέρνησης, ότι «όλα τα εναπομείναντα ζητήματά σε ό,τι αφορά τους φυσικούς πόρους θα συζητηθούν μόνο στο τελικό στάδιο διαδικασίας, ενώ βρισκόμαστε κοντά σε λύση και παράλληλα με τους χάρτες των εδαφικών αναπροσαρμογών».
Επίσης ξεκαθάρισε πως ο ενεργειακός σχεδιασμός της Κύπρου συνεχίζεται κανονικά, και αυτό αποδεικνύεται από τις πρόσφατες εξελίξεις σε ό,τι αφορά τη δραστηριοποίηση των εταιρειών NOBLE και TOTAL στην αποκλειστική οικονομική μας ζώνη καθώς και από τις συζητήσεις με την Αίγυπτο σε συνέχεια πρόσφατης υπογραφής Μνημονίου Συναντίληψης.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέλυσε εκτενώς τις περιφερειακές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένων και των ενεργειακών θεμάτων και τις συνεργασίες που προωθεί η Κύπρος με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και άλλες χώρες, οι οποίες και αναδεικνύουν τον αναβαθμισμένο στρατηγικό της ρόλο.
Αναφερόμενος στις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, είπε ότι έχουν εισέλθει σε μια νέα, στρατηγική φάση. Ωστόσο μετά από την επίσκεψη του Αντιπροέδρου Μπάιντεν στην Κύπρο, παρουσιάστηκαν προκλήσεις που δοκίμασαν τις σχέσεις μας.
«Δεν έχουμε κρύψει τη δυσαρέσκεια μας για τον τρόπο που αντέδρασαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στις τουρκικές ενέργειες εντός της αποκλειστικής οικονομικής μας ζώνης. Όμως θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι οι διαφωνίες δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο σε σταθερές στρατηγικές σχέσεις μεταξύ κρατών. Παρά την όποια διαφωνία, η συνεργασία μας σε σημαντικούς τομείς όπως η αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών συνεχίζεται και ενισχύεται».
Τόνισε ότι κυπριακή κυβέρνηση και ομογένεια θα πρέπει να επικεντρωθούν στη διατήρηση της στρατηγικής σαφήνειας που έχει δημιουργηθεί στην εξωτερική μας πολιτική, αναδεικνύοντας την ιδιότητα της Κύπρου ως σταθερό, προβλέψιμο και αξιόπιστο εταίρο.
«Με το ενδεχόμενο επανέναρξης των συνομιλιών στον ορίζοντα θα πρέπει να εργαστούμε συλλογικά και αποτελεσματικά ώστε να εισακουστούν οι θέσεις μας και να ασκηθούν πιέσεις προς την Τουρκία να συμβάλει εμπράκτως και με εποικοδομητικό τρόπο, μακριά από απειλές», τόνισε ο Εκπρόσωπος.
Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι ο ρόλος της ομογένειας ίσως να είναι πιο σημαντικός από ποτέ και γι’ αυτό έχει βαρύνουσα σημασία η εξεύρεση τρόπων ενίσχυση της συμμετοχής των νέων στη ζωή των συλλόγων και της Κυπριακής Ομοσπονδίας, που ήταν και κεντρικό ζήτημα του συνεδρίου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Εορτολόγιο 27 Δεκεμβρίου: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις