Ένα επιπλέον στάδιο στην επεξεργασία δειγμάτων σε τεστ σάλιου πριν από τον μοριακό έλεγχο για κορωνοϊό συστήνει το νέο εργαστηριακό πρωτόκολλο Αμερικανών ερευνητών, το οποίο μπορεί να βελτιώσει το ποσοστό ανίχνευσης και να διευκολύνει έτσι τη διαδικασία testingΈνα νέο εργαστηριακό πρωτόκολλο που αυξάνει τη διαγνωστική ευαισθησία σε δείγματα σάλιου για την ανίχνευση του κορωνοϊού SARS-COV-2 δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Journal of Molecular Diagnostics.
Το καινοτόμο πρωτόκολλο δίνει σημαντική υπεροχή στα τεστ με δειγματοληψία σάλιου, δεδομένου ότι πρόκειται για διαδικασία πιο φιλική στον εξεταζόμενο και ασφαλέστερη για τους υγειονομικούς υπαλλήλους έναντι της συλλογής ρινοφαρυγγικού επιχρίσματος.
«Το σάλιο ως δείγμα για τον έλεγχο κορωνοϊού έφερε τη μεγάλη ανατροπή στη μάχη μας κατά της πανδημίας. Συνέβαλε στη μεγαλύτερη συμμόρφωση του πληθυσμού ως προς το testing με μικρότερο παράλληλα κίνδυνο για το υγειονομικό προσωπικό κατά τη δειγματοληπτική διαδικασία», σχολίασε ο επικεφαλής ερευνητής Ravindra Kolhe, MD, PhD, από το Τμήμα Παθολογίας του Medical College of Georgia του Πανεπιστημίου Augusta.
Το νέο πρωτόκολλο συστήνει την υποβολή των δειγμάτων σάλιου σε ομογενοποιητή σταγονιδίων πριν τη φάση του μοριακού ελέγχου (PCR), αποτρέποντας έτσι τα ανακριβή αποτελέσματα λόγω παρουσίας αίματος ή βλέννας στο δείγμα, μια μεγάλη πιθανότητα για αυτά τα δείγματα.
Η έρευνα συμπεριέλαβε δείγματα από ένα νοσοκομείο, έναν οίκο ευγηρίας και από ένα σημείο testing μέσα από το αυτοκίνητο (drive through).
Στη μελέτη φάσης I (protocol U) 24ο ρινοφαρυγγικά επιχρίσματα και δείγματα σάλιου σε αντιστοιχία ελέγχθηκαν με μέθοδο PCR για εντοπισμό RNA του SARS-CoV-2. Στη μελέτη φάσης ΙΙ (SalivaAll), 189 ζεύγη σε αντιστοιχία, συμπεριλαμβανομένων 85 που είχαν αξιολογηθεί στη φάση Ι, υποβλήθηκαν σε ομογενοποίηση πριν τον μοριακό έλεγχο. Παράλληλα, «έτρεχε» μια επιπλέον έρευνα με δείγματα και από της δύο φάσεις, για να διαπιστωθεί αν η διαδικασία της ομογενοποίησης θα επηρέαζε την ευαισθησία των ρινοφαρυγγικών επιχρισμάτων.
Στο τελικό στάδιο, 20 ομάδες με ένα θετικό και τέσσερα αρνητικά δείγματα υποβλήθηκαν σε ομογενοποίηση πριν τον μοριακό έλεγχο και συγκρίθηκαν με τα δείγματα ελέγχου.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι:
στη φάση Ι (28,3% των δειγμάτων θετικά στον SARS-CoV-2 από κάθε είδος τεστ), η διαγνωστική ευαισθησία ήταν μικρότερη για τα δείγματα σάλιου (50% έναντι 89,7% για τα ρινοφαρυγγικά)
στη φάση ΙΙ (50,2% των δειγμάτων θετικά στον SARS-CoV-2 από κάθε είδος τεστ), η διαγνωστική ευαισθησία ήταν μεγαλύτερη για τα δείγματα σάλιου (97,8% έναντι 78,9% για τα ρινοφαρυγγικά)
από τα 85 δείγματα σάλιου που ελέγχθηκαν και με τα δύο εργαστηριακά πρωτόκολλα, η διαγνωστική ευαισθησία ήταν στο 100% για το SalivaAll και 36,7% για το protocol U.
Ο Δρ Kolhe παρατήρησε ότι η πηκτή υφή στα δείγματα σάλιου που προσιδιάζει σε γέλη, πιθανώς ευθύνεται για τη χαμηλότερη ευαισθησία τους στους ελέγχους PCR και την ακριβή διοχέτευση του δείγματος στις ειδικές πλάκες για την εκχύλιση νουκλεϊκού οξέος, όπως απαιτεί η μέθοδος. Η διαδικασία της ομογενοποίησης έλυσε αυτό το πρόβλημα.
«Η ανάγκη παρακολούθησης του SARS-CoV-2 θα παραμείνει προτεραιότητα δημόσιας υγείας», δήλωσε ο Δρ Kolhe και συνέχισε «Η χρήση μιας μη επεμβατικής μεθόδου συλλογής δείγματος και ενός εύκολα προσβάσιμου δείγματος, όπως το σάλιο, θα διευκολύνει τις διαδικασίες ελέγχου και παρακολούθησης και θα παρακάμψει την ανάγκη για αποστειρωμένες μπατονέτες, ακριβά μέσα μεταφοράς και τον κίνδυνο έκθεσης στο ιό, ακόμη και την ανάγκη για εξειδικευμένους εργαζόμενους για τη συλλογή δειγμάτων»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις