Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, δήλωσε απόψε, πως έχει λόγους να πιστεύει πως θα φθάσουμε σε συζήτηση του εδαφικού, στο πλαίσιο των συνομιλιών για το Κυπριακό, διαβεβαιώνοντας ότι εξασφαλίστηκαν για όλους ανεξαίρετα τους Κύπριους πολίτες τα δικαιώματα της ελεύθερης διακίνησης, απόκτησης περιουσίας, εγκατάστασης, άσκησης επαγγέλματος, άσκησης οποιασδήποτε οικονομικής δραστηριότητας σε ολόκληρη την Κύπρο.
Σε ομιλία του κατά τη μεταθανάτια τιμή σε υπερασπιστές και πεσόντες στην πόλη της Αμμοχώστου το 1974, που έγινε στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Αμμοχώστου στη Δερύνεια, ο Πρόεδρος είπε πως “απόψε τιμούμε όλους αυτούς που αγωνίστηκαν για να διατηρήσουμε εμείς την ελπίδα ζωντανή σε αυτή την πατρίδα, γιατί με την προσφορά τους μας παρέχουν το εφαλτήριο από το οποίο θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε τον αγώνα τους. Όλους αυτούς που χωρίς τη θυσία τους, η επιθυμία της επιστροφής θα ήταν γράμμα κενό και στόχος ανέφικτος».
Αφού ανέφερε ότι οι Αμμοχωστιανοί και όχι μόνον βιώνουν για 42 χρόνια τη δοκιμασία της προσφυγιάς, ο Πρόεδρος είπε ότι “για 42 χρόνια οι τραγικές συνέπειες της κατοχής παραμένουν αναλλοίωτες: οι πρόσφυγες, οι αγνοούμενοι, οι εγκλωβισμένοι, η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και των θεμελιωδών ελευθεριών του κυπριακού λαού αποτελούν τα αδιάσειστα τεκμήρια της συνεχιζόμενης διεθνούς παρανομίας σε βάρος της Κύπρου».
Η δική μας ευθύνη, τόνισε ο Πρόεδρος, «είναι να αποκαταστήσουμε τη συνέχεια στον τόπο μας, να επαναφέρουμε την ιστορική πορεία των πραγμάτων και να επανασυνθέσουμε τον κοινωνικό ιστό που βίαια διαλύθηκε το 1974 και ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με ένα και μόνο τρόπο, την επίλυση του Κυπριακού, την απελευθέρωση και επανένωση της χώρας μας και με την επιστροφή της πόλης της Αμμοχώστου, στους νόμιμους κατοίκους της».
Στην ομιλία του ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρθηκε και στη διαπραγματευτική διαδικασία, η οποία - όπως είπε - «βρίσκεται σε κομβικό σημείο. Ολοκληρώνουμε τη συζήτηση στα τέσσερα κεφάλαια, διακυβέρνηση, οικονομία, Ευρωπαϊκή Ένωση, περιουσιακό και στη συνέχεια εάν υπάρξει η προσδοκώμενη πρόοδος, θα συζητήσουμε το εδαφικό το οποίο είναι απόλυτα συναρτημένο βεβαίως με το περιουσιακό».
“Εάν φτάσουμε σε αυτό το σημείο, που έχω λόγους να πιστεύω πως θα φτάσουμε, θα είναι μία ιδιαίτερα σημαντική στιγμή στην ιστορία των διαπραγματεύσεων, καθώς θα είναι η πρώτη φορά που η ίδια η τουρκική πλευρά καλείται να καταθέσει τις θέσεις της επί χάρτου. Λόγω του ειδικού της καθεστώτος, η πόλη της Αμμοχώστου αποτελούσε και αποτελεί πάντοτε προτεραιότητα μας» είπε και σημείωσε πως “δεν παραγνωρίζουμε καμιά εκ των άλλων υπό κατοχή περιοχών».
Αφού είπε ότι «θέτουμε το θέμα της επιστροφής της πόλης μας από την πρώτη ημέρα της λύσης», ο Πρόεδρος σημείωσε ότι «σε αυτό υπάρχει η κατ' αρχήν συναντίληψη όλων των εμπλεκομένων. Στο πλαίσιο της λύσης, για πρώτη φορά δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση και στα οφέλη που θα αποκομίσουμε όλοι μας την πρώτη ημέρα της λύσης».
Διευκρίνισε πως «δεν μπορεί οι Τουρκοκύπριοι να αποκτήσουν και να καρπωθούν όλα όσα η λύση θα προσφέρει ενώ οι Ελληνοκύπριοι θα πρέπει να αναμένουν κάποιο χρονικό διάστημα. Μιλούμε από την πρώτη μέρα και θέλουμε κατά αυτό τον τρόπο ο κάθε Κύπριος πολίτης να νιώσει πως μία νέα μέρα ανατέλλει στη χώρα μας, την επομένη, εάν και εφόσον υπάρξουν τα δεδομένα που θα επιτρέψουν στον κυπριακό λαό να εγκρίνει τη λύση».
Για αυτό, συνέχισε «και επιδιώκουμε από την πρώτη ημέρα να αποδοθεί η πόλη της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της, από την πρώτη μέρα να επιστραφεί η νεκρή ζώνη στους νόμιμους ιδιοκτήτες της, όπως επίσης και οι υπό επιστροφή ακατοίκητες περιοχές και από την πρώτη ημέρα να υπάρξει αποχώρηση σημαντικού αριθμού κατοχικών στρατευμάτων».
Ο Πρόεδρος εξέφρασε ικανοποίηση για τη δέσμευση της βρετανικής κυβέρνησης όπως εκφράστηκε και δια της επαφής που είχε με την Πρωθυπουργό αλλά και πρόσφατα από τον Υπουργό Εξωτερικών της χώρας «για επιστροφή –με τη λύση- σημαντικού μέρους του εδάφους των Βρετανικών Βάσεων».
Σήμερα, υπέδειξε, «βρισκόμαστε σε μία συγκυρία όπου όλοι έχουμε να κερδίσουμε από τη λύση. Τα πλεονεκτήματα για τη δική μας πλευρά είναι προφανή, απαλλαγή από τον κατοχικό στρατό, επιστροφή εδαφών, επιστροφή προσφύγων στα σπίτια και τις περιουσίες τους, άλλων υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση, άλλων υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση, ενίσχυση αισθήματος ασφάλειας, ευημερία, αξιοποίηση για ανάπτυξη της κλίμακας που προσφέρει όλο το νησί μας».
Είπε ακόμα ότι «υπάρχουν συγκεκριμένες συγκλίσεις που μου επιτρέπουν να διαβεβαιώσω πως εξασφαλίστηκαν για όλους ανεξαίρετα τους Κύπριους πολίτες τα δικαιώματα της ελεύθερης διακίνησης, απόκτησης περιουσίας, εγκατάστασης, άσκησης επαγγέλματος, άσκησης οποιασδήποτε οικονομικής δραστηριότητας σε ολόκληρη την Κύπρο. Διασφαλίζεται ο πλήρης σεβασμός του δικαιώματος του ατόμου στην ιδιοκτησία και διασφαλίζεται ότι ο δημογραφικός χαρακτήρας του νησιού κατά την πρώτη ημέρα της λύσης θα αντικατοπτρίζει, με μια μικρή απόκλιση, την παραδοσιακή δημογραφική σύνθεση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως εγκαθιδρύθηκε το 1960».
Το πιο σημαντικό, ανέφερε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, «διασφαλίζεται ότι η εν λόγω δημογραφική σύνθεση δεν θα μεταβληθεί από έξωθεν επιρροές. Και αυτό σημαίνει πως εάν η αναλογία σήμερα, όπως έχει συμφωνηθεί, είναι τέσσερα προς ένα, για να μπορεί ο όποιος Τούρκος υπήκοος να αποκτήσει την κυπριακή υπηκοότητα θα πρέπει να προηγηθούν τέσσερις Ελλαδίτες. Συνεπώς, διασφαλίζεται στο διηνεκές η δημογραφική σύνθεση όπως σήμερα είναι και αποφεύγεται ο κίνδυνος λιβανοποίησης τους Κυπριακού» είπε και σημείωσε ότι επίσης «διασφαλίζεται η εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια της Κύπρου χωρίς αποκλίσεις ή μόνιμες παρεκκλίσεις».
Αναφερόμενος στη λύση του Κυπριακού για τους Τουρκοκύπριους, ο Πρόεδρος είπε πως «αποτελεί τη μόνη προοπτική αποτελεσματικής εξόδου από την απομόνωση που έχουν περιέλθει. Το σχέδιο τους για αναγνώριση του ψευδοκράτους έχει αποτύχει, τα τετελεσμένα που καταγράφονται δεν είναι μόνο εις βάρος των Ελληνοκυπρίων, είναι και εις βάρος της ίδιας της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Ας συνειδητοποιήσουν πως με τη λύση, την επομένη θα γίνουν Ευρωπαίοι πολίτες και θα έχουν βεβαίως όλα όσα και εμείς πλεονεκτήματα ζώντας σε ένα καλά οργανωμένο κράτος».
Για το ρόλο της Τουρκίας για την οποία, όπως είπε, «λέμε συχνά πως έχει το κλειδί, πράγμα που είναι μία αλήθεια, συνεπώς από την ίδια εξαρτάται αν η θετική ρητορική που αναπτύσσεται θα υλοποιηθεί στην πράξη”.
“Δεν είμαι βέβαια εγώ αυτός που θα εξηγήσει στην Τουρκία το δικό της συμφέρον ή τα οφέλη από τη λύση, αλλά η δική μου εκτίμηση είναι πως βρισκόμαστε σε μία συγκυρία που η λύση θα μπορέσει να αποφέρει οφέλη προς όλους, και στην Τουρκία, και στην Ευρώπη, και στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην περιοχή μας», πρόσθεσε.
Το σημαντικότερο για την Τουρκία, σημείωσε, «είναι πως με τη λύση του Κυπριακού θα συμβάλει, ενδεχόμενα για πρώτη φορά, στην επίτευξη ειρήνης σε μια περιοχή που ταλανίζεται από αιματοκύλισμα, από καταστροφή, από περιπέτειες. Την ίδια ώρα ο δρόμος της προς την Ευρώπη, αν το εννοεί, λαμβάνει άλλες διαστάσεις και προοπτικές».
«Εξίσου σημαντικό για την Τουρκία είναι η ανεύρεση υδρογονανθράκων στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Θα μπορεί να λύσει προβλήματα ενεργειακά, θα μπορεί να αποτελέσει ένα παράγοντα που θα συμβάλει στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, θα μπορεί απρόσκοπτα να αγοράζει από οπουδήποτε χωρίς τις ενστάσεις ή τα νομικά κωλύματα που μπορεί να αντιμετωπίσει, χωρίς τη λύση, από την Κυπριακή Δημοκρατία. Τα οφέλη είναι τόσα από τη λύση, που είναι σίγουρα πολύ περισσότερα από το να προσαρτήσουν ένα κομμάτι γης», υπογράμμισε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης.
Είπε ακόμα ότι τον απασχολούν τα όσα καταθέτουν συχνά οι πολιτικές δυνάμεις και σημείωσε ότι «καταθέτουν ανησυχίες και ερμηνεύουν δηλώσεις και γεγονότα με τρόπο, λυπούμαι να πω, απόλυτα αρνητικό. Σε όσους με ρωτούν αν ανησυχώ από την τάδε ή τη δείνα πιθανή εξέλιξη στις διαπραγματεύσεις, απαντώ πως βεβαίως ανησυχώ».
Γι’ αυτό, σημείωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και επιδιώκει «τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση στο Εθνικό Συμβούλιο. Συνέστησα επιτροπές για να είμαστε όσο γίνεται πιο καλά προετοιμασμένοι, συμβουλευόμαστε ξένους εμπειρογνώμονες και προχωράμε με πείσμα και σταθερότητα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό που πρέπει να διεκδικήσουμε που θα ανταποκρίνεται στις ανησυχίες, στις έγνοιες, στις προσδοκίες των Ελληνοκυπρίων».
Αφού είπε ότι επέμεινε και «πετύχαμε να εμπλακεί στις διαπραγματεύσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση», σημείωσε πως «αυτό είναι ένα γεγονός με βαρύνουσα σημασία γιατί κατοχυρώνεται πως το κοινοτικό κεκτημένο δεν θα παραμείνει γράμμα κενό. Υπάρχει σύγκλιση σε αυτό».
Στην ομιλία του ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε ακόμα ότι παίρνει τα μέτρα του αλλά «δεν παραμένω αδρανής, παραμένοντας προσκολλημένος απλώς σε καταγγελτικό λόγο χωρίς κατάθεση πρότασης. Το να καταγγέλλεις είναι πράξη επιβεβλημένη, αλλά ταυτόχρονα καθήκον προς την πατρίδα και προς όφελος γενικότερα αυτών που αγωνίζεσαι, είναι να καταθέτεις συγκεκριμένες προτάσεις προκειμένου να δημιουργείς στον προκαλούντα προβλήματα».
Περισσότερο, είπε, «με τρομάζει η ακινησία παρά τα προβλήματα που συναντούμε στις διαπραγματεύσεις, αφού διαπιστώσαμε, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, πόσο οδυνηρά αλλάζει ο χρόνος τα δεδομένα για τη δική μας πλευρά και όχι μόνον βεβαίως. Αυτό που πρέπει να γνωρίζουν οι πολίτες, και συν τω χρόνω θα το εξηγήσουμε λεπτομερώς, είναι το γεγονός πως η καθημερινότητα των απλών πολιτών δεν θα αλλάξει».
Είπε ακόμα ότι «δεν θα αλλάξει κάτι στην καθημερινότητα των ανθρώπων που εργάζονται στο δημόσιο, ημιδημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τα κυβερνητικά τμήματα θα λειτουργούν έτσι όπως και σήμερα, το ίδιο η Τοπική Αυτοδιοίκηση όπως επίσης και το σύστημα υγείας, αλλά και το σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων κ.λπ. θα παραμείνουν ως σήμερα έχουν αφού έχει συμφωνηθεί η κάθε πολιτεία θα έχει τα δικά της συστήματα».
Σημείωσε επίσης πως «η καθημερινότητα των Ελληνοκυπρίων δεν πρόκειται να επηρεαστεί αφού η πλειοψηφία των θεμάτων που την αφορούν θα εξακολουθήσει να εμπίπτει νομοθετικά και διοικητικά στην αρμοδιότητα των θεσμικών οργάνων της ελληνοκυπριακής πολιτείας. Με τον τρόπο αυτό δεν θα είναι αναγκασμένη η ελληνοκυπριακή κοινότητα να αναλάβει το βάρος οικονομικό και άλλων συγκλίσεων, που είναι βέβαιον πως θα απαιτηθούν στην τουρκοκυπριακή πολιτεία».
Στην ομιλία του ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρθηκε και στην εκπαίδευση και είπε πως τα παιδιά «θα συνεχίσουν να φοιτούν σε ελληνοκυπριακά σχολεία και να λαμβάνουν την παιδεία που εμείς αποφασίζουμε, θα εξακολουθήσουν να τιμούν χωρίς κανένα περιορισμό τις εθνικές μας επετείους, και όπως γνωρίζουμε καλά κανείς δεν μας ζήτησε να απαρνηθούμε την εθνική μας ταυτότητα. Η δυνατότητα προστασίας ακόμα της πολιτιστικής ταυτότητας και των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων και των δύο κοινοτήτων θα είναι απόλυτα διασφαλισμένη».
Είπε επίσης ότι «η προοπτική αρμονικής συνύπαρξης με τους Τουρκοκύπριους δεν προϋποθέτει ούτε την κατάργηση της ταυτότητας μας, ούτε τη συγκρότηση μιας νέας ταυτότητας, ούτε και την πολιτισμική ταύτιση των δύο κοινοτήτων, παρά το γεγονός πως, πιστεύω, αν δημιουργηθούν οι συνθήκες, αν η λύση είναι τέτοια που να δημιουργεί τις προοπτικές να αποκαθιστά την εμπιστοσύνη μεταξύ των κοινοτήτων, όπως και στο παρελθόν έτσι πιστεύω και στο μέλλον, θα μπορούμε να συμβιώσουμε και υπάρχει και κοινή βάση από το παρελθόν για να συνεχίσουμε να συνδημιουργούμε και να συνυπάρχουμε ειρηνικά».
Αυτό που χρειάζεται, υπέδειξε, «είναι να αφαιρέσουμε και να αφαιρέσουν από τα μυαλά τους οτιδήποτε αφορά τα κακά από το παρελθόν αλλά και τη δυσπιστία που εύλογα, σε εμάς τουλάχιστον με την παρουσία του κατοχικού στρατού, συνεχίζει να υπάρχει. Το μόνο που επιβάλλεται είναι η οικοδόμηση ενός νέου πολιτικού πολιτισμού ο οποίος θα εδράζεται στην ιδιότητα του Κυπρίου πολίτη και στην αντίληψη πως ανεξαρτήτως της εθνικής μας ταυτότητας, όλοι οφείλουμε να υπηρετούμε πάνω απ’ όλα το συμφέρον της κοινής μας πατρίδας».
Επιπλέον, συνέχισε, «η εφαρμογή της λύσης θα γίνει με αυστηρά χρονοδιαγράμματα, χωρίς να προκαλεί αναταράξεις στην καθημερινότητα μας και αυτό θέλω να παρακαλέσω να το έχουμε όλοι υπόψη. Το πιο σημαντικό που επιδιώκουμε είναι την ενίσχυση του αισθήματος ασφαλείας, του συνόλου των πολιτών, αφού με μια λύση πιστεύουμε πως θα εξασφαλιστεί η σταθερότητα και η προστασία της χώρας από έξωθεν επιβολές. Δεν είναι τυχαία η επιμονή μας πως ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, πλήρες μέλος της ΕΕ, δεν χρειάζεται ούτε εγγυητές, ούτε εγγυήτριες, πολύ περισσότερο στρατεύματα κατοχής».
Η ΕΕ, σημείωσε, «αποτελεί επαρκή προστασία, αλλά και η δομή του κράτους, όπως έχει συμφωνηθεί, προστατεύει επαρκώς τους Τουρκοκύπριους έτσι ώστε να μην προκαλείται το αίσθημα ανασφάλειας. Τα παθήματα του παρελθόντος πιστεύω ότι μας έχουν γίνει μαθήματα, όχι μόνο για μας τους Ελληνοκύπριους αλλά και για τους Τουρκοκύπριους».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξέφρασε επίσης την αμέριστη εκτίμηση στο έργο που επιτελούν ο Δήμαρχος και το Δημοτικό Συμβούλιο Αμμοχώστου αλλά και όλοι οι οργανωμένοι φορείς προκειμένου να «διατηρηθεί ζωντανή η ελπίδα για επιστροφή στην Αμμόχωστο».
Πηγή: ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Στους 25 ανέρχονται οι επιζώντες από συντριβή αεροπλάνου στο Καζακστάν
• Αρχιεπίσκοπος: Να επανατοποθετηθεί το Κυπριακό ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις