Ο διεθνής Τύπος την προηγούμενη εβδομάδα εξέπεμψε το μήνυμα ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία και η αναμέτρηση της Ρωσίας και Κίνας εισέρχονται σε μια νέα, κρίσιμη φάση. Ο δυτικός Τύπος, σε αυτήν την νέα φάση, εστιάζει στον τρόπο με τον οποίο η Δύση θα μπορούσε να επικρατήσει επί της Μόσχας καθώς και στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής προσέγγισε κατά τις προηγούμενες ημέρες τις εξελίξεις στην Ουκρανία και στο διεθνές σκηνικό από την οπτική γωνία των χωρών της περιοχής. Πιο συγκεκριμένα, ο αραβικός Τύπος έθεσε υπό το μικροσκόπιο του τη συνεργασία της Μόσχας με την Τεχεράνη, την ώρα που ο ισραηλινός Τύπος εστίασε στον αντίκτυπο των εξελίξεων στην Ουκρανία για το Ισραήλ.
Ο ρωσικός Τύπος, από την μεριά του ένταξε τις εξελίξεις στην Ουκρανία σε ένα ευρύτερο διεθνές πλαίσιο αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στην αναμέτρηση των ΗΠΑ με την Κίνα. Ο δε, ουκρανικός Τύπος εστίασε στον τρόπο με τον οποίο το Κίεβο θα μπορούσε να δώσει στην Μόσχα το τελικό πλήγμα στα πολεμικά πεδία της Ουκρανίας.
Ο δυτικός Τύπος για την πορεία του πολέμου
«Η Δύση πρέπει να εστιάσει στη μπλόφα της Ρωσίας για την ειρήνη στην Ουκρανία» είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης του Zalmay Khalilzad που δημοσιεύτηκε στις 2 Αυγούστου στην αμερικανική εφημερίδα «The Wall Street Journal». «Για πολλούς λόγους, συμπεριλαμβανομένης της μελλοντικής σταθερότητας και τάξης στην Ευρώπη και του ζωτικού καθήκοντος της αντιμετώπισης της Κίνας, μια πολιτική διευθέτηση της σύγκρουσης στην Ουκρανία είναι η πιο επιθυμητή έκβαση. Αλλά για να φτάσουμε εκεί θα χρειαστεί να βελτιωθεί η ικανότητα της Ουκρανίας να αποτελεί κίνδυνο για τη Ρωσία και να αυξηθεί σημαντικά το διεθνές πολιτικό κόστος για τη Ρωσία. Αυτό απαιτεί από τη Δύση να κάνει τρία βήματα», σημειώνει ο αρθρογράφος, ο οποίος προσθέτει τα εξής: «Πρώτον, πρέπει να αποτρέψει τη ρωσική κλιμάκωση και να την προσάρτηση των πρόσφατα κατακτημένων ουκρανικών εδαφών. Δεύτερον, να βελτιώσει τις πιθανότητες επιτυχίας των προγραμματισμένων επιθετικών επιχειρήσεων της Ουκρανίας, διασφαλίζοντας ότι τα σχέδια της είναι ρεαλιστικά. Τρίτον, να υποχρεώσει άλλες (ουδέτερες) χώρες να υποστηρίξουν την Ουκρανία. (Σε κάθε περίπτωση) οι Ρώσοι θα δουν τις διαπραγματεύσεις πιο σοβαρά μόνο αν δουν μπροστά τους σημαντικούς κινδύνους, το κόστος και ενδεχομένως την αποτυχία.»
Το βρετανικό περιοδικό «Economist» από τη μεριά του δημοσίευσε την προηγούμενη εβδομάδα ανάλυση με τίτλο «Θα σημάνει ο πόλεμος στην Ουκρανία την καμπάνα για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων;» Στο άρθρο που ήταν δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα του περιοδικού στις 5 Αυγούστου αναφέρθηκαν τα εξής: «Στη θάλασσα της εχθρότητας μεταξύ Αμερικής και Ρωσίας, μια νησίδα συνεργασίας παραμένει: οι αντίπαλες δυνάμεις μοιράζονται συστηματικά πληροφορίες σχετικά με τα πυρηνικά τους όπλα μεγάλου βεληνεκούς. Αυτό είναι τόσο εντυπωσιακό όσο και καθησυχαστικό στον έκτο μήνα πολέμου στην Ουκρανία, καθώς η Ρωσία απειλεί περιοδικά να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα και η Αμερική προειδοποιεί για "σοβαρές συνέπειες" σε περίπτωση που το κάνει.» Στην ανάλυση του βρετανικού περιοδικού προβάλλεται και η άποψη ότι: «Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, επί μακρόν υπέρμαχος της πυρηνικής αυτοσυγκράτησης, έγραψε σε επιστολή του τον Ιούνιο ότι η Αμερική πρέπει να συνεχίσει να εργάζεται "για να δεσμεύσει τη Ρωσία σε θέματα στρατηγικής σταθερότητας". Αλλά τα περιθώρια του να διαπραγματευτεί οτιδήποτε συρρικνώνονται. Είναι βαθιά αντιδημοφιλής. Οι Ρεπουμπλικάνοι, πιο καχύποπτοι από τους Δημοκρατικούς για τους περιορισμούς των όπλων, μπορεί να κερδίσουν πίσω το ένα ή και τα δύο σώματα του Κογκρέσου στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου και ίσως τον Λευκό Οίκο το 2024.»
«Μπορεί η Ευρώπη να κρατήσει τη θέρμανση ανοιχτή αυτόν τον χειμώνα εν μέσω της κρίσης ρωσικού φυσικού αερίου;» ήταν ο τίτλος του άρθρου του Tom Wheeldon που ήταν δημοσιευμένο στην αγγλόφωνη ιστοσελίδα του γαλλικού ενημερωτικού δικτύου «France 24» στις 4 Αυγούστου. Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι: «Ενώ η Ευρώπη βυθίζεται στον καύσωνα, ορισμένοι από τους ηγέτες της εξασφαλίζουν νέους προμηθευτές φυσικού αερίου για να προσπαθήσουν να διασφαλίσουν ότι η θέρμανση θα παραμείνει ανοιχτή αυτόν τον χειμώνα, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία αναγκάζει την ήπειρο να αντιμετωπίσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Αλλά οι αναλυτές προειδοποιούν ότι οι νέες πηγές φυσικού αερίου δεν θα λύσουν το πρόβλημα - πράγμα που σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας.» Στο δημοσίευμα αναφέρεται επίσης ότι: «Ο "μόνος τρόπος για να μειώσουμε την ευπάθεια μας και να απενεργοποιήσουμε τη χρήση ενός εκβιαστικού εργαλείου από τη Ρωσία είναι να αρχίσουμε αμέσως να ετοιμαζόμαστε για την πλήρη διακοπή των ρωσικών προμηθειών φυσικού αερίου", πρόσθεσε η Agata Loskot-Strachota, ειδική σε θέματα ευρωπαϊκής ενέργειας στο Κέντρο Ανατολικών Μελετών στη Βαρσοβία. Ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος είναι ότι το φυσικό αέριο δεν μπορεί να μεταφερθεί τόσο εύκολα όσο το πετρέλαιο ή ο άνθρακας. Πρέπει να μεταφερθεί μέσω αγωγών υπό πίεση - ή να διακινηθεί σε υγρή μορφή, και στη συνέχεια να μετατραπεί ξανά σε αέριο όταν φτάσει στη χώρα που το αγοράζει ("επαναεριοποίηση" στη γλώσσα της βιομηχανίας).»
Για το ίδιο θέμα, η αγγλική υπηρεσία της γερμανικής «Deustche Welle», μετέδωσε στα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας το δημοσίευμα με τίτλο «Ο Olaf Scholz λέει ότι η Ρωσία μπλοκάρει την παράδοση αεριοστροβίλων». Στο δημοσίευμα με ημερομηνία έκδοσης την 3η Αυγούστου αναφέρονται τα εξής: «Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς κατηγόρησε την Τετάρτη τη Μόσχα ότι χρησιμοποιεί τεχνικές λεπτομέρειες ως δικαιολογία για τη διακοπή των προμηθειών φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Η Ρωσία έχει δηλώσει ότι είναι αξιόπιστος εταίρος όσον αφορά την παράδοση καυσίμων. Ωστόσο, η Γερμανία και άλλα δυτικά έθνη υποψιάζονται ότι το Κρεμλίνο περιορίζει την παροχή φυσικού αερίου ως αντίποινα για τις κυρώσεις λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.» Το δημοσίευμα συνεχίζει λέγοντας ότι: «Η Γερμανία - η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό φυσικό αέριο - απέρριψε την απόφαση να περιορίσει τις προμήθειες ως "πολιτική", αφού τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης επέβαλαν σειρά κυρώσεων στη Ρωσία. Καθώς η Γερμανία προσπαθεί να μειώσει την εξάρτησή της από τις ρωσικές ενεργειακές εισαγωγές, ο Σολτς δήλωσε επίσης την Τετάρτη ότι "μπορεί να έχει νόημα" να διατηρηθούν σε λειτουργία τα υπόλοιπα τρία πυρηνικά εργοστάσια της Γερμανίας. Το Βερολίνο έχει δηλώσει ότι θα περιμένει το αποτέλεσμα ενός νέου "τεστ αντοχής" του εθνικού ηλεκτρικού δικτύου προτού αποφασίσει αν θα καταργήσει πλήρως την πυρηνική ενέργεια. Η παράταση της διάρκειας ζωής των πυρηνικών εργοστασίων αποτέλεσε μήλον της έριδος στη Γερμανία, με τις διαφωνίες μεταξύ των κομμάτων του συνασπισμού του Σολτς σχετικά με το τι πρέπει να γίνει.»
Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής
«Μετά από 33 χρόνια, ο Πούτιν απαντά στην επιστολή του Χομεϊνί στον Γκορμπατσόφ», είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης του Tony Francis που δημοσιεύτηκε στις 2 Αυγούστου στην ιστοσελίδα του ενημερωτικού δικτύου με έδρα την Σαουδική Αραβία, «Al Arabiya». Ο αρθρογράφος γράφει ότι: «33 χρόνια μετά την επιστολή του Χομεϊνί προς τον τελευταίο Σοβιετικό ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, φαίνεται ότι ο διάδοχος του τελευταίου στο θρόνο της Ρωσίας, Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, ανταποκρίνεται στις προτάσεις του Ιρανού Ισλαμιστή ηγέτη, αφήνοντας έτσι τη Δύση και τον καπιταλισμό της και εντασσόμενος στη Χομεϊνιστική σφαίρα.» Συνεχίζοντας ο κ. Francis προσθέτει ότι: «(Μετά την πρόσφατη σύνοδο κορυφής στην Τεχεράνη) Ο Πούτιν ήθελε να ευχαριστήσει τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την προσφορά τους στο διάλογο για μια διευθέτηση στην Ουκρανία, και αυτό ανακοινώθηκε από την ίδια την Τεχεράνη, και τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης. Ο Πούτιν επιθυμεί να ισορροπήσει τη «στρατηγική του συμμαχία» με το Ιράν και τις καλές σχέσεις που έχει συνάψει με τον Κόλπο, αλλά η όλη διαδικασία θα δοκιμαστεί τους επόμενους μήνες, καθώς το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα συνεχίζεται εκτός συμφωνίας, και ο Χαμενεΐ θα συνεχίσει να διαπραγματεύεται με τους Αμερικανούς και τους Ευρωπαίους μέχρι την τελευταία στιγμή. Η εξάρτηση της Ρωσίας από το Ιράν ως ο μόνος σύμμαχος σε ένα μεγάλο διεθνές παιχνίδι είναι δύσκολο να οδηγήσει σε αποτελέσματα. Η Κίνα, ένας άλλος ισχυρός σύμμαχος, δεν φαίνεται να είναι ενθουσιώδης και έχει σταματήσει πολλά έργα στη Ρωσία και το Ιράν μέσα στην επικρατούσα διεθνή ένταση.»
«Οι ρεαλιστές της εξωτερικής πολιτικής βρήκαν πρόσφατα μια νέα πανάκεια για τα προβλήματα του κόσμου, ας αφήσουν τα επιθετικά και αυταρχικά έθνη να νικήσουν. Η ιδέα αυτή συνοψίστηκε καλά σε ένα tweet του καθηγητή του Χάρβαρντ Steven Pinker, όταν πρότεινε: "Μια τολμηρή ιδέα: Το ΝΑΤΟ προσφέρεται να αποσύρει τα πυρηνικά από την Ευρώπη (στρατιωτικά άχρηστα, αναποτελεσματικά αποτρεπτικά όπως μόλις είδαμε και απερίσκεπτα επικίνδυνα) με αντάλλαγμα τον τερματισμό της εισβολής. Ο Πούτιν παίρνει μια νίκη, η οποία δεν μας κοστίζει τίποτα που να αξίζει τον κόπο". Μια πιο εκλεπτυσμένη εκδοχή αυτής της άποψης διατυπώθηκε από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν πριν από λίγες εβδομάδες, όταν δήλωσε: "Δεν πρέπει να ταπεινώσουμε τη Ρωσία". Είναι ακριβώς αυτή η γραμμή σκέψης που περιέβαλε τις ατελείωτες παραχωρήσεις της Δύσης προς το Ιράν κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας για την υπογραφή του Κοινού Ολοκληρωμένου Σχεδίου Δράσης, γνωστού και ως πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, που υπογράφηκε το 2015. Ωστόσο, αυτή η γραμμή σκέψης σπάνια φαίνεται να επεκτείνεται στη σύγκρουση του Ισραήλ με τους Παλαιστίνιους.» έγραψε η Pnina Shuker σε ανάλυση που δημοσιεύτηκε στην αγγλόφωνη ισραηλινή εφημερίδα «The Jerusalem Post» την 1η Αυγούστου. Στην συνέχεια της τοποθέτησής της, η αρθρογράφος τονίζει ότι: «Οι ρεαλιστές υποστηρίζουν ότι, όσον αφορά τη σύγκρουση στην Ουκρανία, ο καλύτερος τρόπος για να καταλήξουμε σε ειλικρινείς διαπραγματεύσεις και παύση των εχθροπραξιών είναι να υποχωρήσουμε στις ρωσικές απαιτήσεις. Ενώ αυτή η άποψη είναι ηθικά αποκρουστική και απλώς θα ενθαρρύνει τους απολυταρχικούς ηγέτες παγκοσμίως να αρχίσουν πολέμους, έχει μια κάποια ψυχρή λογική. Ωστόσο, όταν η ίδια λογική εφαρμόζεται στην ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση, καταρρέει. Οι Παλαιστίνιοι ήταν αυτοί που ξεκίνησαν τη σύγκρουση πριν από 100 και πλέον χρόνια, με ρητό στόχο να εμποδίσουν τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους σε ένα εκατοστό γης και παρά την επιτυχία του σιωνισμού να αποκαταστήσει την εβραϊκή κυριαρχία στην αυτόχθονη και πατρογονική πατρίδα του, οι πολεμικοί στόχοι των Παλαιστινίων παραμένουν οι ίδιοι.»
Ο ρωσικός και ουκρανικός Τύπος
«Οι ΗΠΑ εδραιώνουν ένα στρατιωτικό μέτωπο εναντίον της Κίνας και της Ρωσίας», είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης της Veronica Krasheninnikova που δημοσιεύτηκε στις 4 Αυγούστου στην ιστοσελίδα του ρωσικού πρακτορείου ειδήσεων «Ria». «Οι προβοκάτσιες είναι ένα από τα αγαπημένα εργαλεία των ΗΠΑ. Αυτή τη φορά, η Ουάσιγκτον έδωσε στην πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι, τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην πρόκληση κατά της Κίνας, με την Ταϊβάν να χρησιμεύει ως εργαλείο. Η Κίνα είχε ήδη οριστεί από τον πρόεδρο Ομπάμα ως ο κύριος αντίπαλος των Ηνωμένων Πολιτειών όταν αυτός ανακοίνωσε την "στροφή προς την Ασία" το 2012. Προφανώς, οι ΗΠΑ δεν είναι έτοιμες να εξαπολύσουν στρατιωτική δράση κατά της Κίνας αυτή τη στιγμή.» αναφέρει η Ρωσίδα αρθρογράφος, η οποία προσθέτει τα εξής: «Η Κίνα έχει πολλά μέσα για να απαντήσει στην Αμερική χωρίς πόλεμο. Φυσικά, όπως πάντα, το όργανο της πρόκλησης -στην προκειμένη περίπτωση η Ταϊβάν- θα είναι αυτό που θα υποφέρει περισσότερο. Οι σχέσεις του Πεκίνου με την Ουάσιγκτον δεν θα διακοπούν, αλλά θα είναι ακόμη πιο τεταμένες. Σε ποιο βαθμό θα "μετακινήσει" αυτή η αμερικανική πρόκληση το Πεκίνο πιο κοντά στη Μόσχα; Στο βαθμό που τα γεγονότα διαμορφώνουν την αντίθεση στις αμερικανικές μεθόδους - αλλά όχι εις βάρος των συμφερόντων της Κίνας. Είναι προς όφελος της Ρωσίας το γεγονός ότι οι ΗΠΑ ενισχύουν τις στρατιωτικές τους δυνατότητες έναντι της Κίνας; Όχι. Έχουμε μια στρατηγική συμμαχία με την Κίνα και η αποδυνάμωση ενός εταίρου σημαίνει αποδυνάμωση ολόκληρης της συμμαχίας. Τα όπλα που αναπτύσσουν οι ΗΠΑ εναντίον της Κίνας στην περιοχή του Ειρηνικού αναπτύσσονται επίσης εναντίον της Ρωσίας. Η Κίνα και εμείς αντιμετωπίζουμε τον ίδιο εχθρό, και αυτές τις μέρες, χάρη στις προσπάθειες των ΗΠΑ, η συμμαχία μας έχει εδραιωθεί».
«Μάχη για το τέλος του πολέμου: Η ευκαιρία της Ουκρανίας να αποκτήσει προβάδισμα έναντι της Ρωσίας», είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης του Illia Ponomarenko που δημοσιεύτηκε στις 3 Αυγούστου στην αγγλόφωνη ουκρανική εφημερίδα «Kyiv Independent». «Ο στρατός της Ουκρανίας έχει την ευκαιρία να πραγματοποιήσει ένα αποφασιστικό χτύπημα που θα του επιτρέψει να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι της Ρωσίας και να καθορίσει την πορεία του υπόλοιπου πολέμου. Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσε να βρισκόμαστε (αυτήν την στιγμή) στο σημείο καμπής του πολέμου. Αυτή η φάση θα μπορούσε να καθορίσει το υπόλοιπο του πολέμου. Εάν (το χτύπημα) είναι επιτυχές, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα φάση, στην οποία η Ουκρανία θα νικήσει τη Ρωσία. Το Κρεμλίνο αντιλαμβάνεται σαφώς το διακύβευμα. Αναδιατάσσει επειγόντως μεγάλο μέρος των δυνάμεών του από το Ντονμπάς στο νότιο τμήμα της Ουκρανίας, όπου οι θέσεις του είναι πιο ευάλωτες. Οι επόμενοι μήνες θα καθορίσουν την έκβαση του πολέμου, πιστεύει η πλειονότητα των εμπειρογνωμόνων.» τονίζει ο αρθρογράφος ο οποίος προσθέτει ότι: «Η Ουκρανία έχει την ευκαιρία να αποκτήσει ένα πλεονέκτημα έναντι της Ρωσίας, ενώ ακόμη αναπληρώνει τις απώλειές της. Αυτό το εγχείρημα πρέπει να ολοκληρωθεί πριν από τον Νοέμβριο, όταν θα έρθει ο χειμώνας στην Ουκρανία και το κρύο και η βροχή θα καταστήσουν εξαιρετικά δύσκολη την επίθεση. Είναι ζωτικής σημασίας να μην χάσει η Ουκρανία αυτή την ευκαιρία. Ο χρόνος δεν είναι με το μέρος της Ουκρανίας -ένας ατελείωτος πόλεμος φθοράς δεν είναι επιλογή για τη χώρα. Ένα συγκεντρωτικό χτύπημα κατά μήκος ενός μόνο άξονα, με τη χρήση όλων των πλεονεκτημάτων που παρέχει ο δυτικός οπλισμός, θα μπορούσε να είναι επιτυχημένο.»
ΑΠΟ ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Με κίτρινη προειδοποίηση, καταιγίδες και χαλάζι ο καιρός - Τι μας επιφυλάσσει για τα Χριστούγεννα
• Αλκοόλ και οδήγηση: «Καμπανάκι» για την περίοδο Χριστουγέννων - Οι ποινές και οι τιμές
• Πώς να απολαύσεις το γιορτινό τραπέζι χωρίς ενοχές – Διατροφολόγος στο «Τ»
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις