Αν με εκπλήσσει κάτι με την επιτυχία της σειράς Adolescence του Netflix δεν είναι φυσικά το πόσο καλή είναι (όπως και οτιδήποτε περιέχει τον Stephen Graham έναν από τους καλύτερους πλην παραγνωρισμένους ηθοποιούς της γενιάς του) αλλά ο αντίκτυπος που έχει πάνω σε μια κοινωνία που όφειλε να γνωρίζει παρά να πέφτει ακόμα από τα σύννεφα ενώ όλα τα σημάδια είναι εκεί, μπροστά της, εδώ και χρόνια. Να μην μιλήσω για τον διεθνή αντίκτυπο (Νο1 σειρά του Netflix σε όλο τον κόσμο, 98% στο Rotten Tomatoes, ενθουσιώδες τρεντάρισμα στα σόσιαλ και συζήτηση μέχρι στο βρετανικό κοινοβούλιο) αλλά να περιοριστώ στην Κύπρο όπου έχει ήδη πυροδοτήσει πολλές, διαδικτυακές κυρίως, συζητήσεις γύρω από τα ακανθώδη θέματα που πραγματεύεται.
Σε περίπτωση που ζούσατε σε κάποια σπηλιά την τελευταία εβδομάδα, το Adolescence είναι μια βρετανική δραματική μίνι σειρά τεσσάρων ωριαίων επεισοδίων γύρω από τη σύλληψη ενός 13χρονου (ο εκπληκτικός Owen Cooper που δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι αυτή είναι η πρώτη του εμφάνιση!) που κατηγορείται ότι δολοφόνησε με επτά μαχαιριές μια συμμαθήτριά του και τις καταστροφικές συνέπειες της πράξης σε οποιονδήποτε επηρεάζεται από το ειδεχθές αυτό έγκλημα - από τους αστυνομικούς και την ψυχολόγο μέχρι τους συμμαθητές και φυσικά τους γονείς και την αδελφή του δράστη (εννοείται πως ούτε ο θεατής τη γλιτώνει - το τέλος θα βρει με κουρελιασμένη την ψυχή όποιον διαθέτει σφυγμό). Κάθε επεισόδιο είναι ένα εξοντωτικό μονοπλάνο, δηλαδή η κάμερα ακολουθεί τους χαρακτήρες χωρίς (ορατό τουλάχιστον) μοντάζ προσθέτοντας στον ρεαλισμό της απεικόνισης αλλά και τη μεγέθυνση των συναισθημάτων. Στο πρώτο επεισόδιο βλέπουμε τη σύλληψη, προσαγωγή και ανάκριση του μικρού παρουσία του πατέρα του (ο Graham που είναι και συνδημιουργός της σειράς), στο δεύτερο οι αστυνομικοί συνομιλούν με συμμαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς στο σχολείο του δράστη και του θύματος, στο τρίτο που διαδραματίζεται αρκετούς μήνες μετά γινόμαστε μάρτυρες μιας ανατριχιαστικής “αναμέτρησης” του 13χρονου με τη νέα του ψυχολόγο στο ίδρυμα όπου κρατείται, ενώ το τελευταίο -και πιο σπαρακτικό- ακολουθεί μία ώρα από τη στυγνή καθημερινότητα της οικογένειας του δράστη που μάταια προσπαθεί να κρατηθεί από μια ψευδαίσθηση κανονικότητας
Σε αντίθεση με τις συμβατικές σειρές του είδους το θέμα δεν είναι εάν ο 13χρονος είναι ένοχος ή όχι (αυτό εμπεδώνεται νωρίς στο πρώτο επεισόδιο). Δεν είναι procedural, ούτε βέβαια Line of Duty (αν και μοιράζεται με το αστυνομικό blockbuster εκτός από τον Graham και μια αποκαρδιωτική σκηνή ανάκρισης). Εδώ που τα λέμε δεν είναι καν καταγγελτικό, ενώ γίνονται αναφορές στην τοξική αρρενωπότητα, τη μισογύνικη κουλτούρα των incels, τη σεξουαλικοποίηση άγουρων εφήβων, το bullying μέσω social, ακόμα και στον Andrew Tate, δεν καταφεύγει σε πύρινα λογύδρια, κανσελάρισμα των υπαιτίων και self-righteousness διδακτισμούς. Παραθέτει τα γεγονότα, θέτει άβολα ερωτήματα και σε αφήνει να βράσεις στο ζουμί σου. Ξέρουμε ποιοι και γιατί ευθύνονται για το παράλογο και φριχτό αυτό έγκλημα, όμως είμαστε στ’ αλήθεια έτοιμοι να αντικρίσουμε την αλήθεια; Και το κυριότερο: Μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό;
Οι γενιές Z και Alpha γεννήθηκαν με ένα κινητό στο χέρι και ενσωματωμένο wi-fi. Αυτός είναι ο κόσμος τους και είναι πολύ πιο επικίνδυνος απ’ όσο καθησυχάζουμε τους εαυτούς μας ότι μπορούμε να τον ελέγξουμε. Όταν ακούμε για παιδική/εφηβική παραβατικότητα η πρώτη μας, ενστικτώδης, αντίδραση είναι να ρίξουμε την ευθύνη στους γονείς. Ο πατέρας του 13χρονου είναι ο τυπικός λαϊκός τύπος, υδραυλικός στο επάγγελμα χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση, με περιορισμένο λεξιλόγιο, περιοδικές εκρήξεις θυμού και αφοσιωμένος στον ρόλο του πατέρα φαμίλια και κουβαλητή. Πάει στο γήπεδο, στην παμπ και οι παρέες του είναι μόνο άντρες. Μπορεί να συμπεριφέρεται ως ένας τυπικός Gen X-er όμως απέχει πολύ απ’ την τοξική αρρενωπότητα που θα μπορούσε να οπλίσει το χέρι του γιου του: αγαπάει τη γυναίκα του, δεν υπήρξε ποτέ βίαιος ή χειριστικός, δεν μετέφερε σεξιστικά. μισογύνικα γονίδια στον γιο του. Όμως εκεί έξω υπάρχει μια ολόκληρη μισογύνικη κοινότητα από εξαγριωμένους incels που ορμώμενοι από τα κηρύγματα τοξικών γκουρού όπως ο Andrew Tate (τον οποίο ξέπλυνε πρόσφατα ο Κύπριος ευρωβουλευτής Φειδίας των 70.000 ψήφων) που επιστρατεύουν fake news, συνωμοσιολογία και ψευδοεπιστήμη (όπως η παπαριά “το 80% των γυναικών γουστάρουν μόνο το 20% των ανδρών” που αναφέρεται στη σειρά) καταλήγουν να θεωρούν τη γυναίκα κεκτημένο που πρέπει να τους κάτσει είτε το θέλει είτε όχι. Στα 13 ό,τι δουλειά έκανες ως γονιός μπορεί να ακυρωθεί από ένα γαμημένο βίντεο του TikTok, από μία αγέλη που πρέπει να αποδείξεις ότι αξίζεις να ανήκεις σ’ αυτή (προσέξτε το ινσελάκι που πλησιάζει τον πατέρα στο τελευταίο επεισόδιο για να του πει ότι έχουν τη συμπαράσταση “πολλών σαν τον γιο του”). Η σφαίρα επιρροή των γονιών έχει πλέον συρρικνωθεί απελπιστικά ενώ μεγεθύνεται εκείνη των κολλητών, των ινφλουένσερ και των σόσιαλ τρεντς.
Το Adolescence είναι ζόρικη θέαση και με τη μέθοδο του μονοπλάνου απαιτεί (και πετυχαίνει) την αναπόσπαστη προσοχή σας (ξεχάστε το ταυτόχρονο σκρολάρισμα στο κινητό). Σοκάρει με την ωμότητα, τον ρεαλισμό και την γυμνή ειλικρίνεια των θεμάτων που αγγίζει και των αμείλικτων ερωτημάτων που θέτει. Επίσης σου ξεσκίζει τα σωθικά. Σε μια προηγμένη και αρκετά ώριμη κοινωνία που συνηθίζει την ενδοσκόπηση, η σειρά αυτή έπρεπε ήδη να προκαλεί συζητήσεις σε επίπεδο Πολιτείας, θεσμών και ειδικών και να οργανώνονται προβολές της σε Γυμνάσια και Λύκεια για προβληματισμό και ανταλλαγή απόψεων. Στην Κύπρο βέβαια οποιαδήποτε αναφορά σε τοξική αρρενωπότητα, incels και μισογυνισμό θεωρείται “woke κουλτούρα” ενώ για να προβληθεί, ανέβει ή διανεμηθεί οτιδήποτε σε σχολεία πρέπει να φέρει σφραγίδα πατρίς-θρησκεία-οικογένεια. Για να νιώσει κανείς τον φουλ αντίκτυπο της σειράς πρέπει πρώτα να αντιληφθεί αυτά που πραγματεύεται ως προβλήματα. Οι οπαδοί του boys will be boys, του Tate, του κυπριακού knock-off Πελετιέ και του ακροδεξιού αντι-woke αφηγήματος που θεωρεί τον μισογυνισμό “αντίθετη άποψη” μάλλον θα βαρεθούν τη ζωή τους - αφήστε που μπορεί να εκλάβουν τη σειρά ως ύμνο στους incels όπως ακριβώς πιστεύουν πως το κάργα αντιφασιστικό American History X είναι... ωδή στους νεοναζί (είπαμε, δεν είναι και τα πιο ακονισμένα μαχαίρια στο συρτάρι).
Το Adolescence έπρεπε να είναι talk-of-the-town μόνο και μόνο για το πόσο γαμάτη σειρά είναι και για το ότι ο Graham αξίζει ό,τι βραβείο ερμηνείας υπάρχει εκεί έξω και όχι γιατί θίγει θέματα που κανονικά έπρεπε να μας προβληματίζουν ήδη. Είναι βαθιά ανησυχητικό το ότι μια σειρά μας σοκάρει περισσότερο από την ίδια τη ζωή, όμως μπροστά στην απάθεια, τον ωχαδερφισμό, την απουσία ενσυναίσθησης και την εξάπλωση της ακροδεξιάς ρητορικής, ακόμα και μια παροδική, trendy, αφύπνιση μέσω της ποπ κουλτούρας είναι καλοδεχούμενη, ακόμα κι αν σύντομα αντικατασταθεί από κάτι άλλο viral.